[...] Την 12/25 Οκτωβρίου, ο υπουργός των Εξωτερικών, τηλεγραφών επειγόντως προς τον Διάδοχον βουλγαροσερβικάς νίκας, προσέθετεν αυτολεξεί:
"Φρονώ ότι πρέπει, κατά το δυνατόν,

να εντείνωμεν ημετέρας ενεργείας ώστε καταληφθή όσον τάχιστα Θεσσαλονίκη και ίνα μη ημετέρα αποτελέσματα έλθωσι πολύ ύστερον από τα αποτελέσματα των συμμάχων.
(Υπογραφή) Λ. Κορομηλάς".

Είκοσι ώρας βραδύτερον ο Βενιζέλος έλεγε προς τον Κωνσταντίνον, σταθμεύοντα εις Κοζάνην:
"Αναμένω να μοι γνωρίσετε την περαιτέρω διεύθυνσιν, ην θα ακολουθήση η προέλασις του στρατού Θεσσαλίας. Παρακαλώ μόνον να έχετε υπ' όψιν ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επιβάλλουσι να ευρεθώμεν μίαν ώρα ταχύτερον εις την Θεσσαλονίκην.
(Υπογραφή) υπουργός Στρατιωτικών Βενιζέλος".

[...] Παρ' όλα ταύτα, ο Κωνσταντίνος ειδοποίησε τον Βενιζέλον ότι:
"Ο στρατός δεν θα οδεύση κατά της Θεσσαλονίκης. Εγώ έχω καθήκον να στραφώ κατά του Μοναστηρίου, εκτός αν μου το απαγορεύετε".
Και ο πρωθυπουργός απήντησε:
"Σας το απαγορεύω!"

[...] Ο Βενιζέλος βλέπει ότι η Θεσσαλονίκη χάνεται διά την Ελλάδα. Την νύκτα της 24 προς 25 Οκτωβρίου, μετά τας ειδήσεις περί της βουλγαρικής προελάσεως, ο πρωθυπουργός κατελήφθη υπό πραγματικής αγωνίας. Μη δυνάμενος να επηρεάση άλλως τον Διάδοχον, τηλεφωνεί μετά το μεσονύκτιον προς τον βασιλέα Γεώργιον, διαμένοντα εις Γιδά. Ο υπασπιστής της υπηρεσίας απαντά ότι ο βασιλεύς εκοιμάτο. Ο πρωθυπουργός διατάσσει να τον εξυπνήσουν και να του ανακοινώσουν τα επόμενα, με την παράκλησιν όπως τα διαβιβάση εις τον υιόν του, προσθέτων την πατρικήν αυτού φωνήν:

"Σας καθιστώ προσωπικώς υπεύθυνον δια την βραδύτητα με την οποίαν διεξάγετε τας επιχειρήσεις, αι οποίαι κινδυνεύουν να φέρουν τους Βουλγάρους πρώτους εις Θεσσαλονίκην".

[...] Και μετά το μήνυμα τούτο, ο Κωνσταντίνος εξηκολούθησεν ενεργών σύμφωνα προς ό,τι ενόμιζεν ανάγκη της στρατιωτικής καταστάσεως. Την πρωΐαν της 25ης Οκτωβρίου εκ Τοψίν διέταξε τας εξ μεραρχίας του, το ιππικόν και το ευζωνικόν απόσπασμα να εκτελέσουν ευρεία κυκλωτική κίνησιν της Θεσσαλονίκης από ανατολών. Ενώ τα στρατεύματα ανεπτύσσοντο, παρουσιάσθησαν, την 4.30 του απογεύματος, προ του Έλληνος αρχιστρατήγου, οι Ευρωπαίοι πρόξενοι μετά του στρατηγού Σαδήκ και του προσέφεραν την παράδοσιν της Θεσσαλονίκης εν ονόματι του αρχηγού Ταξίν πασά. Ο Διάδοχος έθεσεν όρους βαρυτέρους από τους προτεινομένους παρά των Τούρκων. Συγχρόνως όμως έδωσε προθεσμίαν δέκα εξ όλων ωρών, μέχρι της 6ης πρωινής της επομένης, δια να αποφασίση ο Τούρκος αρχιστράτηγος. Ο Βενιζέλος εις Αθήνας υπέθετεν ότι το απόγευμα της 25ης ο Ελληνικός στρατός θα κατελάμβανε την Θεσσαλονίκην. Αντί τούτου μανθάνει διαπραγματεύσεις και προθεσμίας. Η ανησυχία του μεταβάλλεται εις απόγνωσιν. Ολόκληρος η πολιτική του καταρρέει. Τα αυριανά σύνορα της Ελλάδος θα μείνουν εντεύθεν του Αξιού. Υπό το κράτος των συναισθημάτων αυτών στέλλει προς τον Κωνσταντίνον την εξής βιαίαν τηλεγραφικήν διαταγήν:
"Αρχηγόν στρατού: Παραγγέλεσθε να αποδεχθήτε την προσφερομένην υμίν παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και να εισέλθετε εις ταύτην άνευ χρονοτριβής. Καθιστώ υμάς υπεύθυνον δια πάσαν αναβολήν, έστω και στιγμής.
(Υπογραφή) υπουργός Στρατιωτικών Βενιζέλος".

Και εις τους προξένους οίτινες του παρέδιδαν την Θεσσαλονίκην ο Διάδοχος είπε:

"Εγώ οφείλω προ παντός άλλου να καταστήσω ακίνδυνον τον απέναντί μου τουρκικόν στρατόν".
Αυτή η ανένδοτος σκέψις τον εχώριζεν από τον Βενιζέλον. Θεωρητικώς ο στρατηγός είχε δίκαιον. Εις τας Αθήνας και εις το Βερολίνον έμαθεν ότι ο μαχόμενος στρατός οφείλει να εξοντώση τον αντίπαλον στρατόν και έπειτα να καταλαμβάνη επαρχίας ή πόλεις. Αλλ' υφίστατο τουρκικός στρατός, πράγματι επικίνδυνος, απέναντι της νικηφόρου ελληνικής στρατιάς; Ο Διάδοχος είχε άμεσα μέσα πληροφορήσεως δια τα γινόμενα εν Θεσσαλονίκη. Ηδύνατο να βεβαιωθή ευκόλως ότι "η φρουρά της πόλεως απετελείτο εκ των πανικοβλήτων φυγάδων των Γιαννιτσών και από συρφετόν, περισυλλεγέντα όπως-όπως εις τους δρόμους της διεθνούς μεγαλουπόλεως".

[...] Ολίγον λεπτά κατόπιν, απεσταλμένος του Ταξίν πασά έφερε σπεύδων προς τον Διάδοχον έγγραφον δήλωσιν του Τούρκου αρχιστρατήγου ότι αποδέχεται τους όρους της προτεραίας και παραδίδει την πόλιν. Ο Κωνσταντίνος εξουσιοδότησε τους αξιωματικούς του επιτελείου του Δούσμανην και Μεταξάν να μεταβούν εις Θεσσαλονίκην διά να υπογράψουν τα πρωτόκολλα της παραδόσεως. Αι σχετικαί διατυπώσεις έληξαν την 11η νυκτερινήν.

Γ. Βεντήρης, Η Ελλάς του 1910-1920, Τόμος Πρώτος Αθήνα, Ίκαρος, 1970, σ. 115, 119-120 και 121.