Το 1897 συνιστά μια σαφή αφετηρία για διαδικασίες που επέφεραν αλλαγές στην ελληνική πνευματική συνείδηση και άνοιξαν μια καινούργια εποχή για το στοχασμό, τη λογοτεχνία και τις τέχνες στην Ελλάδα.

Η απογοήτευση και η αμφισβήτηση που ακολούθησε την ήττα, η αντίδραση στην παρακμή, ο οραματισμός μιας καινούργιας Ελλάδας, το πατριωτικό στοιχείο, η εθνική ολοκλήρωση, ο κοινωνικός μετασχηματισμός, η μετακίνηση πληθυσμών από την ύπαιθρο στην πόλη, η αναζήτηση του εθνικού στίγματος στην καλλιτεχνική μορφή, η εισαγωγή φιλοσοφικών, κοινωνικοπολιτικών αντιλήψεων και καλλιτεχνικών ρευμάτων από την Ευρώπη εκβάλλουν και επιδρούν με πολλαπλούς τρόπους στις πολιτιστικές και πνευματικές αναζητήσεις της εποχής.

Η ποίηση επηρεάζεται από τον ευρωπαϊκό συμβολισμό, ενώ σημαντικές πνευματικές φυσιογνωμίες σφραγίζουν με το έργο τους την εποχή και διατυπώνουν μέσα από αυτό λόγο για την εποχή και την τύχη του Ελληνισμού. Ο Κωστής Παλαμάς δίνει τώρα το σημαντικότερο κομμάτι του έργου του, εκφράζοντας το εθνικό πρόβλημα αλλά και το όραμα της ανάτασης. Ένας ποιητής εκτός του ελλαδικού χώρου, Έλληνας της Αλεξάνδρειας, ο Κωνσταντίνος Καβάφης, δημιουργεί ένα ποιητικό έργο μοναδικό στη νεοελληνική και παγκόσμια γραμματολογία. Την ίδια εποχή, πρωτοδημιουργούν τρεις σημαντικές προσωπικότητες των νεοελληνικών γραμμάτων, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Κώστας Βάρναλης.

Αντιλήψεις φιλοσοφικές και πολιτικές, ειδικά οι σοσιαλιστικές, εισέρχονται από τον ευρωπαϊκό χώρο και διαμορφώνουν το ιδεολογικό σύμπαν και το έργο των δημιουργών. Οι νέες απόψεις διακινούνται κυρίως μέσω των περιοδικών, λογοτεχνικών κυρίως, χώρων διαλόγου των διανοουμένων της εποχής, άσκησης λογοτεχνικής κριτικής και προώθησης των ανακαινιστικών τάσεων, ειδικά γύρω από το γλωσσικό και το εκπαιδευτικό ζήτημα.

Η πεζογραφία καλλιεργεί τη δημοτική γλώσσα και οι δημιουργοί κινούνται στα όρια της ηθογραφίας ή τείνουν να την ξεπεράσουν προχωρώντας προς μια κοινωνική πεζογραφία. Ο Μακεδονικός Αγώνας και γενικότερα η εθνική ολοκλήρωση, η πεποίθηση στις ελληνικές δυνατότητες εμπνέουν άλλους διανοούμενους και λογοτέχνες, ενώ ο στοχασμός πάνω στο εθνικό, στον Ελληνισμό είναι στο κέντρο των ενδιαφερόντων πολλών από αυτούς.

Το θέατρο αναζωογονείται και σε επίπεδο συγγραφής θεατρικών έργων αλλά και γενικότερα ως θεσμός δημιουργώντας ελληνική θεατρική παράδοση, ενώ η μουσική αποκτά για πρώτη φορά εθνικό στίγμα τείνοντας στην καλλιέργεια εθνικής ελληνικής σχολής.

Τα ευρωπαϊκά ρεύματα μετακενώνονται στον ελληνικό χώρο, για να μεταγραφούν σε ένα ελληνικό καλλιτεχνικό ιδίωμα. Τα νέα ρεύματα στη ζωγραφική και τη γλυπτική έχουν την τάση να παραμερίζουν τον ακαδημαϊσμό των προηγούμενων χρόνων, ο οποίος όμως ακόμα σε αυτή την περίοδο είναι κυρίαρχος, ενώ εξελίσσονται και αυτονομούνται καλλιτεχνικά η χαρακτική και η φωτογραφία. Μεγάλοι δημιουργοί, ο Κωνσταντίνος Παρθένης, ο Κωνσταντίνος Μαλέας και ο Γιώργος Μπουζιάνης κάνουν αυτά τα χρόνια την εμφάνισή τους, για να ολοκληρώσουν το έργο τους στη μετέπειτα περίοδο σημειώνοντας τη στροφή από την παράδοση στη μοντερνικότητα.

Η εποχή συνιστά συνολικά μια μεταβατική περίοδο από την παράδοση προς νεοτερικές μορφές τέχνης, οι οποίες βέβαια θα εκδηλωθούν πραγματικά και θα καλλιεργηθούν στην ιστορική συγκυρία της μετέπειτα περιόδου, του Μεσοπολέμου. Παράλληλα, τα χρόνια αυτά δημιουργεί στο Πήλιο το δικό του μοναδικό έργο ο ζωγράφος Θεόφιλος Χατζημιχαήλ, εικονογραφώντας με τον πιο αυθεντικό τρόπο αδιάσπαστη την ελληνική παράδοση, αναδεικνυόμενος έτσι ως δάσκαλος της "ελληνικότητας", όπως θα τον αναγνωρίσουν οι δημιουργοί της γενιάς του '30 την επόμενη περίοδο.

Η καλλιτεχνική κίνηση διογκώνεται και όλο και περισσότερες εκθέσεις ζωγραφικής οργανώνονται, ομαδικές και ατομικές, από το 1901 και μετά. Η "Εταιρεία Φιλοτέχνων" οργανώνει εκθέσεις στο Μέγαρο Κούπα, η "Ελληνική Καλλιτεχνική Εταιρεία" στο Ζάππειο. Το 1900 ιδρύθηκε το πρώτο καλλιτεχνικό σωματείο, ο "Σύνδεσμος Ελλήνων Kαλλιτεχνών", για να ακολουθήσουν και άλλα, ενώ το 1900 ιδρύεται η Εθνική Πινακοθήκη.
Ο από το 1898 ιδρυμένος "Σύλλογος προς διάδοσιν των ωφελίμων βιβλίων" συμβάλλει στην πνευματική ανάπτυξη. Αναπτύσσονται τέλος όλο και περισσότερο οι επιστήμες που μελετούν το ελληνικό παρελθόν.

Το κύριο ιδεολογικό πρόβλημα για την ελληνική κοινωνία των αρχών του 20ού αιώνα ήταν το γλωσσικό. Ο αγώνας για την επικράτηση της δημοτικής, ο οποίος συνδεόταν με τα αιτήματα για ευρύτερες κοινωνικοπολιτικές μεταρρυθμίσεις, ήταν αναπόσπαστα δεμένος και με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Γύρω του συσπείρωσε πολλούς από τους ανθρώπους των ελληνικών γραμμάτων και της διανόησης παρόλες τις μεταξύ τους αποκλίσεις κυρίως ως προς τις κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις του δημοτικισμού. Η εποχή διακρίνεται από μεγάλη μαχητικότητα και έχει χαρακτηριστεί ως η "ηρωική εποχή του δημοτικισμού". Για πρώτη φορά οι δημοτικιστές συσπειρώνονται σε οργανώσεις, αναλαμβάνοντας περισσότερο δυναμικό ρόλο στην πνευματική ζωή του τόπου.

Ο χώρος ως τοπίο γίνεται αντικείμενο μιας ελληνικής αισθητικής θεωρίας, δημιούργημα του Περικλή Γιαννόπουλου, αλλά και εμπνέει τη ζωγραφική, η οποία ανακαλύπτει και μορφοποιεί εικαστικά το ελληνικό τοπίο και φως.
Η πόλη μεγαλώνει και το αστικό περιβάλλον εισβάλλει στη λογοτεχνία, η οποία παρακολουθεί τις μετακινήσεις του πληθυσμού και τον κοινωνικό μετασχηματισμό εκτοπίζοντας την ύπαιθρο της ηθογραφίας.

Η αρχιτεκτονική συνεχίζει στο νεοκλασικό ιδίωμα του περασμένου αιώνα, αλλά και νέες μορφές αναδεικνύονται, ενώ παρατηρείται και ένας προβληματισμός, περισσότερο θεωρητικός και όχι ακόμα στην πράξη, για την αναζήτηση μιας ελληνικής αρχιτεκτονικής, στηριγμένης στη μελέτη της παραδοσιακής και ειδικά της βυζαντινής.