Εικαστική δημιουργία και ελληνικότητα.

Στην περίοδο του Μεσοπολέμου συντελέστηκε ένα πλατύ και θαρραλέο άνοιγμα προς τα ευρωπαϊκά ρεύματα που έκανε τους Έλληνες εικαστικούς καλλιτέχνες περισσότερο ευαίσθητους σχετικά με το χώρο που τους περιέβαλλε. Η ευαισθησία αυτή εκφράστηκε και μέσα από την "ανακάλυψη" του ελληνικού χώρου και του ελληνικού ιστορικού χρόνου. Αρχίζοντας από τον Κωσταντίνο Παρθένη, για τον οποίο λέχθηκε ότι η αίσθηση του φωτός ανάγεται σε πνευματικό γεγονός, μπορεί κανείς να περάσει στον Κωσταντίνο Μαλέα, στους πίνακες του οποίου το "επώνυμο" ελληνικό τοπίο αποδόθηκε με μια ιδιαίτερη οπτική αντίληψη. Το έργο του τελευταίου συνδέθηκε με τη δημιουργία του Σπύρου Παπαλουκά, που ανακάλυψε τον πλούτο της βυζαντινής τέχνης και άρθρωσε με πλαστικότητα τους όγκους και τις μορφές. Ο Φώτης Κόντογλου με τη σειρά του, γνώρισε αλλά αρνιόταν όλη τη δυτική τέχνη και αποτύπωσε στο έργο του το μοναστικό λαϊκό πνεύμα της βυζαντινής παράδοσης, αλλά και απόηχους της ανατολίτικης μυθοπλασίας. Ακόμη και για τον Μπουζιάνη, που επηρεάστηκε από τον εξπρεσιονισμό παρατηρήθηκε ότι κατά την παραμονή του στην Ελλάδα χρησιμοποίησε με μεγαλύτερη ένταση τα θερμά χρώματα και κατένειμε το φως με τρόπο τέτοιον, ώστε να μην αποσπά τις μορφές από το περιβάλλον. Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας επηρεασμένος από το κίνημα του κυβισμού ανέγνωσε στη γεωμετρική γλώσσα την πνευματική ουσία του ελληνικού χώρου. Τέλος, ο υπερρεαλιστής Νίκος Εγγονόπουλος με την ευρηματικότητα των θεμάτων του θεωρήθηκε πως έκανε αναφορές σε διαφορετικές περιόδους της ελληνικής ιστορίας, και με το σταθερό του φόντο και το πλάσιμο των μορφών αξιοποίησε κάποιες κατακτήσεις της βυζαντινής ζωγραφικής.