Η περιοχή του Πόντου υπήρξε από τα πλέον ανθηρά, οικονομικά και πολιτισμικά, κομμάτια του εξωελλαδικού Ελληνισμού.

Οι Έλληνες αποτελούσαν το 40% του πληθυσμού της περιοχής και μαζί με τους Αρμένιους πρωταγωνιστούσαν στην οικονομική ζωή της.

Ο πληθυσμός του Πόντου είχε και αυτός στη διάρκεια του πολέμου την ίδια τύχη με τον υπόλοιπο μικρασιατικό πληθυσμό. Με την είσοδο της Τουρκίας στον πόλεμο πραγματοποιήθηκαν εκκενώσεις οικισμών, εκτελέσεις λιποτακτών και αντίποινα στις οικογένειες των φυγοστράτων. Χαρακτηριστική εδώ ήταν η απάντηση που έδωσαν οι Πόντιοι στην καταπίεση με την οργανωμένη αντίσταση των κατοίκων του. Αντιδρώντας στις πιέσεις των Τούρκων άρχισαν από το 1915 να καταφεύγουν αντάρτες στα βουνά και να επιδίδονται σε ανταρτοπόλεμο εναντίον του τακτικού στρατού.
Η κατάσταση ήταν καλύτερη στην εκκλησιαστική περιφέρεια της Τραπεζούντας λόγω των ιδιαίτερων ικανοτήτων του μητροπολίτη Χρύσανθου και της γενικής εμπιστοσύνης που απολάμβανε, γεγονός που του επέτρεπε να συντηρεί καλές σχέσεις με την τουρκική ηγεσία και να διαπραγματεύεται την τύχη του ποιμνίου του.

Τραγική ήταν η τύχη των Αρμενίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς το 1915 πραγματοποιήθηκε η μεγάλη γενοκτονία τους.

Η νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά το τέλος του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, την ήττα και την κατάρρευση της αυτοκρατορίας και την πρόθεση των Συμμάχων να τη διαμελίσουν, σε συνδυασμό με τη διακήρυξη της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών και την προσδοκία που δημιούργησε στις εθνότητες που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία για εθνική αυτονόμηση και δημιουργία ανεξάρτητων εθνικών κρατών, οδήγησε και τους Πόντιους στις αρχές του 1918 στην οργάνωση αυτονομιστικής κίνησης.

Οι προτάσεις των Ποντίων έτειναν κυρίως στη δημιουργία Ποντοαρμενικού Κράτους, ενώ άλλοι μιλούσαν για Ελληνική Δημοκρατία του Πόντου με ειδική σχέση με την Ελλάδα. Ο Βενιζέλος ενθάρρυνε την ιδέα του Ποντοαρμενικού Κράτους. Ο ίδιος όπως είδαμε δε συμπεριέλαβε στις ελληνικές αξιώσεις του Υπομνήματος του Δεκεμβρίου του 1918 τίποτα σχετικό με τον Πόντο, θεωρώντας ανέφικτη μια τέτοια αξίωση, η οποία το μόνο που θα απέφερε θα ήταν η εξασθένιση των ελληνικών επιχειρημάτων για τα άλλα μέρη, τα περισσότερο ζωτικά και εφικτά.
Ο μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος Φιλιππίδης, πρόσωπο που έχαιρε πολύ μεγάλης εκτίμησης, συνομιλούσε και με την ηγεσία της Πόλης και με αυτή του κεμαλικού μετώπου για την ενδεχόμενη αυτονομία του Πόντου με ισοπολιτεία Ελλήνων και Τούρκων υπό την κηδεμονία της Κ.Τ.Ε. Η λύση που τελικά προκρίθηκε ήταν αυτή της Ποντοαρμενικής Ομοσπονδίας και το Γενάρη του 1920 υπογράφτηκε συμφωνία ανάμεσα στο μητροπολίτη Χρύσανθο και τον Αλ. Χατισιάν, τον πρωθυπουργό της Αρμενικής Δημοκρατίας.
Η συνθήκη των Σεβρών αναγνώρισε Ποντοαρμενικό Κράτος, εκτεινόμενο από την Τραπεζούντα ως το Βαν και τα αρμενικά σύνορα της Καυκασίας, του οποίου η ζωή όμως έμελλε να είναι εφήμερη και η κατάληξη οικτρή.

Το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου οι Αρμένιοι νικήθηκαν από τον κεμαλικό στρατό και αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν. Οι Έλληνες του Πόντου έμειναν στο έλεος των Τούρκων, εξαγριωμένων από την κατάληψη της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό και την προέλασή του στα ενδότερα. Το αρμενικό ζήτημα λύθηκε μεταξύ Τούρκων και Σοβιετικών με τη συνθήκη του Alexandropol, ενώ ο Ελληνισμός του Πόντου θα ακολουθήσει την πορεία του υπόλοιπου μικρασιατικού στον ξεριζωμό.