νήκει στην επική-ηρωική ποίηση. Σώζεται σε πολλαπλά χειρόγραφα και διασκευές. Τα σημαντικότερα χειρόγραφα Escorial και Grottaferrata διασώζουν διαφορετικές συντάξεις του κειμένου, την Ε και G αντίστοιχα.
Στο πρώτο μέρος του έργου, που έχει έντονο επικό χαρακτήρα, ένας άραβας εμίρης αρπάζει την κόρη ενός βυζαντινού στρατηγού. Μετά από μονομαχία με τον αδελφό της δέχεται να γίνει χριστιανός για χάρη της και να μετοικήσει στη Ρωμανία μαζί με το λαό του. Από την ένωσή τους γεννιέται ο Βασίλειος Διγενής Ακρίτης. Το όνομα του ήρωα, εκτός από τη διπλή του καταγωγή, δηλώνει την ιδιότητά του. Οι ακρίτες ήταν στρατιωτικοί που κατοικούσαν σε μεθοριακές περιοχές και είχαν ως έργο τη φύλαξη των συνόρων, την επιβολή της τάξης και την πάταξη των ανταρτών και των ληστών.
Το δεύτερο μέρος του έργου αφηγείται την ενηλικίωση και τα εξαιρετικής ανδρείας κατορθώματα του Βασιλείου, ο οποίος αρπάζει, όπως ο πατέρας του, την κόρη ενός στρατηγού και τη νυμφεύεται, αναμετριέται με ένα δράκοντα, με τους ξακουστούς αρχηγούς των απελατών (σώματα άτακτων στρατιωτικών, με ληστρικό χαρακτήρα), με την υπερφυσικής ανδρείας αμαζόνα Μαξιμού και τους νικά όλους. Ο Διγενής χτίζει ένα θαυμαστό παλάτι στην περιοχή του Ευφράτη και στο τέλος πεθαίνει από φυσική αιτία.
Στη διασκευή G προστίθενται δύο επεισόδια. Το πρώτο αφορά τη συνάντηση και αναμέτρηση του Διγενή με τον αυτοκράτορα, στον οποίο δείχνει σεβασμό και υποταγή, αποδεικνύει όμως την ανωτερότητά του. Το δεύτερο, αφηγείται μια εξωσυζυγική περιπέτεια του Διγενή με μία κόρη που έχει εγκαταλειφθεί από τον εραστή της στην έρημο.
Ο κοινός πυρήνας συντάξεων Escorial και Grottaferrata ανάγεται στο 12ο αιώνα, σύμφωνα με τους περισσότερους μελετητές. Η συστηματική εξέταση των αφηγηματικών-θεματικών και γλωσσικών-υφολογικών στοιχείων πιστοποιεί τη συγγένεια των δύο κειμένων και την καταγωγή τους από ένα κοινό αρχέτυπο. Το ακριβές χρονικό σημείο του διαχωρισμού των δύο παραδόσεων, Ε και G, δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί. Ο Διγενής Ακρίτης ήταν γνωστός στο συγγραφέα των Πτωχοπροδρομικών ποιημάτων που κάνει αναφορές στο Διγενή και παρωδεί το επικό ύφος.
Ο Διγενής Ακρίτης του Escorial είναι έργο που έχει συντεθεί γραπτώς. Ωστόσο, κατάγεται από ένα απώτερο προφορικό αρχέτυπο ή έναν κύκλο συγγενών δημοτικών τραγουδιών. Παρότι δεν αποτελεί, στη μορφή που μας σώζεται, προϊόν προφορικής σύνθεσης, έχει διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό κάποια σημάδια της καταγωγής του. Το κείμενο της Grottaferrata είναι λογιότερο. Σε πολλά σημεία χρωματίζεται από έντονο γνωμικό και ηθικοδιδακτικό χαρακτήρα, ενώ σε άλλα δίνεται έμφαση σε ιδεολογικά στοιχεία, που χαρακτηρίζουν το αριστοκρατικό ήθος του 12ου αιώνα. Έντονη είναι η επίδραση του ερωτικού μυθιστορήματος. Από το κείμενο αυτό δε λείπουν και μεταγενέστερες αλλαγές και προσθήκες.
Μια μεταγενέστερη διασκευή, η αποκαλούμενη Z, που παραδίδεται από δύο χειρόγραφα και συντάχθηκε κατά το 14ο ή 15ο αιώνα, αποτελεί συμπίληση και επεξεργασία των παλαιότερων διασκευών. Πολλά από τα ιστορικά στοιχεία αλλοιώνονται ή εξαφανίζονται, η πλοκή τροποποιείται, ενώ διαφοροποιείται ο χαρακτήρας του κειμένου, καθώς υιοθετούνται θεματικά και ρητορικά στοιχεία του ερωτικού μυθιστορήματος (για παράδειγμα, λυρικές αναπτύξεις πάνω στο θέμα της παντοδυναμίας του έρωτα και στερεότυπες εκφράσεις). Ακόμη, νεότερες διασκευές του Διγενή Ακρίτη, μία ομοιοκατάληκτη και μία πεζή, καταρτίστηκαν στο 17ο αιώνα.

Διγενής Ακρίτης, Ε, Σ. Αλεξίου (έκδ.), Βασίλειος Διγενής Ακρίτης και το Άσμα του Αρμούρη, κριτική έκδοση, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1985, σ. 4-5.
[Η αναμέτρηση του αμιρά με τον Κωνσταντή, αδελφό της κόρης]

Ευθύς εκαβαλίκευσαν, 'ς τον κάμπον κατεβαίνουν·/
ως δράκοντες εσύριζαν* και ως λέοντες εβρυχούντα/
και ως αετοί επέτουντα και εσμίξασιν οι δύο./
Και τότε να ιδής πόλεμον καλών παληκαρίων/
και από της μάχης της πολλής κρούσιν διασυντόμως*/
και από τον κτύπον τον πολύν και από το δός και λάβε,/
οι κάμποι φόβον είχασιν και τα βουνιά αηδονούσαν*,/
τα δέντρη εξεριζώνοντα και ο ήλιος εσκοτίσθη·/
το αίμαν εκατέρρεεν εις τα σκαλόλουρά* των/
και ο ίδρος* τους εξέβαινεν απάνω απ' τα λουρίκια*./
ήτον και γαρ του Κωνσταντή γοργότερος ο μαύρος,/
και θαυμαστός νεώτερος ήτον ο καβαλάρης:/
κατέβηκε εις τον αμιρά* και κρούει του ραβδέα*/
και εχέρισεν ο αμιράς να τρέμη και να φεύγη./ *Σαρακηνός ελάλησεν τον αμιράν της γλώσσης:/
"Πίασε, μούλε*, τον άγουρον*, ταχέως να τον νικήσης,/
μη εις σύντομόν του γύρισμα* πάρη την κεφαλήν σου./ Αυτός καλά σ' εσέβηκεν* τώρα να σε γκρεμνίση./
Εγώ ουδέν το εγνοιάζομαι να τον καταπονέσης*,/
αλλά μη το καυχάσεται* ότι έτρεψεν* φουσάτα*"./
Και ο αμιράς ως το ήκουσεν, μακρέα τον απεξέβην*,/
έριψεν* το κοντάριν του και δάκτυλον του δείχνει*/
και μετά του δακτύλου του τοιούτον λόγον λέγει:/
"Να χαρής, καλέ νεώτερε*, εδικόν σου έναι το νίκος*".


*συρίζω: σφυρίζω
*διασυντόμως: σύντομα |
*αηδονώ: αντηχώ |
*σκαλόλουρα: αναβολείς και *χαλινάρια του αλόγου |
*ίδρος: ιδρώτας
*λουρίκιν: θώρακας μαύρος: μαύρο άλογο
*ραβδέα: χτύπημα με ραβδί
*χερίζω: αρχίζω
*αμιράς: εμίρης, στρατιωτικός αρχηγός
*Σαρακηνός ελάλησεν τον αμιράν της γλώσσης: ένας Σαρακηνός μίλησε στον αμιρά στη γλώσσα του (δηλ. σε ξένη γλώσσα)
*μούλε: κύριε (αραβ.)
*άγουρος: νέος, πολεμιστής
*γύρισμα: γρήγορη στροφή του εφίππου
*σ' εσέβηκεν: σου επιτέθηκε
*καταπονώ: καταβάλλω
*καυχάσεται: καυχηθεί
*τρέπω: τρέπω σε φυγή
*φουσάτον: στράτευμα
*απεξέβην: απομακρύνθηκε
*δάκτυλον του δείχνει: του κάνει σημάδι με το δάκτυλο σε ένδειξη ήττας
*έριψεν: έριξε
*νεώτερος: νέος πολεμιστής, παλικάρι
*νίκος: νίκη

Διγενής Ακρίτης, G, λόγος τέταρτος, E. Jeffreys (έκδ.), Digenis Akritis. The Grottaferrata and Escorial versions, Cambridge 1998, σ. 130.