ο επίγραμμα καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα στο Βυζάντιο, από όπου σώζεται μεγάλος αριθμός τους. Ωστόσο, στη Βυζαντινή περίοδο τα επιγράμματα δεν έχουν πια την αυστηρή μορφή της Κλασικής και της Ελληνιστικής εποχής. Τα μέτρα που χρησιμοποιούνται είναι ως επί το πλείστον το ιαμβικό τρίμετρο (βυζαντινός δωδεκασύλλαβος) και το δακτυλικό εξάμετρο. Τα θέματα των επιγραμμάτων παρουσιάζουν εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία και αφορούν οποιαδήποτε πτυχή της ανθρώπινης ζωής. Οι ποιητές τους αντλούν ιδέες ακόμη και από την επικαιρότητα, πολιτική και εκκλησιαστική.
Τα επιγράμματα που εξυπηρετούν θρησκευτικές ανάγκες ονομάζονται ιερά. Είναι αφιερωμένα σε αγίους, εορτές, πρόσωπα και γεγονότα της Αγίας Γραφής, εικόνες, τοιχογραφίες και άλλες ιερές παραστάσεις, ιερούς χώρους και ιερά σκεύη, σφραγίδες, χρυσόβουλα και ακροστιχίδες κοντακίων και κανόνων, σύντομες προσευχές και επικλήσεις.
Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξει κανείς ότι η πλειοψηφία των βυζαντινών λογοτεχνών έχει ασχοληθεί και με το επίγραμμα. Ωστόσο, διακρίνεται ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός ως ο παραγωγικότερος επιγραμματοποιός και ο Παλλαδάς ως ο πιο πρωτότυπος. Ξεχωριστή θέση στην επιγραμματική ποίηση κατέχουν ο Παύλος Σιλεντιάριος και ο Αγαθίας, ο Γεώργιος Πισίδης, ο Θεόδωρος Στουδίτης, η Κασσία, ο Ιωάννης Γεωμέτρης ή Κυριώτης, ο Ιωάννης Μαυρόπους, ο Χριστόφορος Μυτιληναίος, ο Νικόλαος Καλλικλής, ο Θεόδωρος Πρόδρομος και ο Μανουήλ Φιλής.
Στα χρόνια της Μακεδονικής δυναστείας (10ος αιώνας) απαρτίζεται από τον Κωνσταντίνο Κεφαλά μια εκτενής ανθολογία επιγραμμάτων, η γνωστή Παλατινή Ανθολογία. Πρόκειται για μια συλλογή έργων επώνυμων και ανώνυμων επιγραμματοποιών από την Αρχαιότητα και τη Βυζαντινή εποχή. Η συλλογή αυτή επαυξήθηκε κατά το τέλος του 13ου αιώνα από το Μάξιμο Πλανούδη.

Ιωάννης Μαυρόπους, Επίγραμμα για τον Πλάτωνα και τον Πλούταρχο, P. de Lagarde (έκδ.), Iohannis Euchaitorum Metropolitae quae in codice Vaticano Graeco 676 supersunt, Goettingen 1882 (ανατύπ. Άμστερνταμ 1979), επίγραμμα 43.