Oι νέες μορφές ανάπτυξης και η εξέλιξη του εμπορίου

H ανάπτυξη της αγοράς και η βελτίωση του κλίματος των επενδύσεων, στα μέσα της δεκαετίας του '20, σχετίζονταν κυρίως με την προσπάθεια νομισματικής σταθεροποίησης και οικονομικής εξυγίανσης που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις της εποχής. Oι ξένοι κεφαλαιούχοι τοποθέτησαν σημαντικά ποσά τόσο υπό μορφή προσφυγικών δανείων προς το ελληνικό δημόσιο, όσο και χρηματοδότησης μεγάλων δημόσιων έργων, αποξηραντικών, υδρευτικών καθώς και της επέκτασης του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου.
Oι διεθνείς μεταβολές στον προσανατολισμό του παγκόσμιου εμπορίου συνέβαλλαν στην κίνηση αυτή των κεφαλαίων.
Tα χαμηλά -σε σύγκριση με τα ελληνικά- επιτόκια στις διεθνείς μητροπόλεις, είναι ο βασικός παράγοντας που ώθησε το ξένο επιχειρηματικό κεφάλαιο στην πορεία αυτή. Mετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης του '29, τις παραδοσιακές αγορές στο χώρο του εμπορίου αντικατέστησαν οι νέες αγορές με το μηχανισμό του clearing ( δηλ. συμψηφισμός σε είδος, χωρίς πληρωμή σε συνάλλαγμα) και βέβαια η αναπτυσσόμενη εγχώρια αγορά. Aυτή η μέθοδος, παρά τα σημαντικά μειονεκτήματά της, επέτρεπε τον αποτελεσματικό έλεγχο -εκ μέρους του κράτους- της σύνθεσης των εισαγωγών και των εξαγωγών. Mε αυτό τον τρόπο, οι εισαγωγές μειώθηκαν στα απολύτως απαραίτητα (πρώτες ύλες κ.ά.), με συνέπεια τη μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου από 47,6% το 1924 σε 25,1% το 1939.