top

Παραγωγή


Το είδος του πηλού καθορίζει μία σειρά από χαρακτηριστικά του τελικού προϊόντος (χρώμα, σκληρότητα, αντοχή) γι’ αυτό και η επιλογή του απαιτεί την εξοικείωση του νεολιθικού παραγωγού με το φυσικό του περιβάλλον, τις διαθέσιμες πηγές πηλού αλλά και τις ιδιότητές τους.

Αφού συγκεντρωνόταν ο πηλός υπόκειτο σε επεξεργασία, με σκοπό την απόκτηση των επιθυμητών ιδιοτήτων που ήταν ανάλογες με τη χρήση του τελικού σκεύους. Αρχικά οι σβόλοι του πηλού θρυμματίζονταν και κατόπιν κοσκινίζονταν προκειμένου να απομακρυνθούν τα χονδρά σωματίδια. Ακολουθούσε η πρόσμειξη του πηλού με μη πλαστικές ύλες (άμμος, χαλαζίας, σχιστόλιθος, ασβεστίτης), τεχνική που καθιστούσε τον πηλό λιγότερο πλαστικό, βοηθούσε στο περισσότερο ομοιόμορφο στέγνωμά του και αύξανε την αντοχή του τελικού προϊόντος σε υψηλές θερμοκρασίες.

Στο επόμενο στάδιο, ακολουθούσε η μορφοποίηση του αναμεμειγμένου πηλού. Στη Nεολιθική εποχή η μορφοποίηση δε γινόταν με τη βοήθεια του κεραμικού τροχού αλλά με τα χέρια. Έτσι ο κύριος κορμός διαμορφωνόταν με την προσθήκη πολλών τμημάτων πηλού, ενώ οι λαβές, η βάση και τα άλλα τμήματα του αγγείου προσθέτονταν στον αρχικό πυρήνα.

Στη συνέχεια, η επιφάνεια ξυνόταν και καλυπτόταν με επίχρισμα, ένα λεπτότερο στρώμα πηλού, ενώ όχι σπάνια στιλβωνόταν, εξομαλυνόταν δηλαδή με τη βοήθεια ενός λείου αντικειμένου (βότσαλο), έτσι ώστε να καλυφθούν οι πόροι του αγγείου και να διαμορφωθεί μία λεία επιφάνεια. Τα καλύτερης ποιότητας αγγεία διακοσμούνταν με την επίθεση φυσικών βαφών από λεπτούς πηλούς, εμπλουτισμένων είτε με οξείδια του σιδήρου (χρώματα ερυθρά έως καστανά/μαύρα) είτε με μαγγάνιο (μαύρο).

Κατά την τελική φάση παραγωγής το αγγείο ψηνόταν. Στη Nεολιθική εποχή δε διαπιστώνεται η ύπαρξη ειδικών κεραμικών κλιβάνων, ενώ οι χαμηλές θερμοκρασίας όπτησης των νεολιθικών αγγείων, που υπολογίζονται στους 850-9000 C, υποδηλώνουν ότι τα αγγεία ψήνονταν σε ανοιχτή φωτιά. Η επιτυχία της όπτησης των αγγείων εξαρτιόταν από την ελεγχόμενη ροή αέρος και ήταν συνάρτηση της τεχνογνωσίας του/της κεραμέα: σε οξειδωτική ατμόσφαιρα τα οξείδια του σιδήρου που περιέχονταν στις βαφές έδιναν χρώμα ερυθρό, ενώ σε αναγωγική ατμόσφαιρα (απουσία οξυγόνου) έδιναν χρώμα μαύρο. Σε ορισμένες περιπτώσεις (κεραμική Urfirnis, Μέση Νεολιθική) το επιθυμητό αποτέλεσμα (στιλπνή μαύρη/καστανή διακόσμηση) παραγόταν από το συνδυασμό αναγωγικής και οξειδωτικής ατμόσφαιρας.

Κεραμέας | Παραγωγή | Κλίβανοι | Χρήση