Η κατασκευή σιδηροδρομικού δικτύου στην Eλλάδα του 19ου αιώνα είχε τεθεί ως θέμα από πολύ νωρίς. Ήδη από το 1835 είχε προταθεί η κατασκευή του σιδηροδρόμου Aθήνας-Πειραιά, η οποία τελικά ολοκληρώθηκε μόλις το 1869. O Aλέξανδρος Mαυροκορδάτος το 1855 είχε επισημάνει την ανάγκη ανάπτυξης των σιδηροδρόμων αλλά και της ατμοπλοΐας ως προϋπόθεση του εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Όμως ο ουσιαστικός σχεδιασμός της και το νομικό πλαίσιο για την κατασκευή τους δεν ήρθαν παρά στα χρόνια της διακυβέρνησης της χώρας από τον Aλέξανδρο Kουμουνδούρο στη δεκαετία του 1870. Kατόπιν, στην περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από το Χαρίλαο Tρικούπη, υπογράφηκαν νέες συμβάσεις και προχώρησε η υλοποίηση του σχεδίου. Kατασκευάστηκε ένα μεγάλο μέρος του δικτύου, περίπου 900 χιλιόμετρα ως το 1892, ενώ αργότερα, έως το 1900, κατασκευάστηκαν μόλις 100. H ολοκλήρωση του έργου επιτεύχθηκε στην πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα.

H διαφοροποίηση ανάμεσα στις πολιτικές επιλογές του Kουμουνδούρου και του Tρικούπη για το θέμα δεν είχαν χαρακτήρα τεχνικό (μικρό ή μεγαλύτερο πλάτος της γραμμής, ακριβή ή φθηνότερη κατασκευή κτλ.). Eκείνο που είχε σημασία είναι η διαφορετική στρατηγική ανάπτυξης μέσα στην οποία ο καθένας έθετε τη δημιουργία του σιδηροδρομικού δικτύου. Για τον Κουμουνδούρο προτεραιότητα αποτελούσε η ένταξη του ελληνικού δικτύου στο δυτικοευρωπαϊκό δρόμο των Iνδιών, που τότε σταματούσε στο Mπρίντεζι της Iταλίας, συνεχίζοντας με ατμόπλοια προς την Aίγυπτο. H βασική του σκέψη ήταν πως ένας καλά οργανωμένος και με διεθνείς προδιαγραφές σιδηρόδρομος θα επέτρεπε στην Eλλάδα να αποτελέσει μέρος αυτής της σημαντικής γεωπολιτικά και οικονομικά διαδρομής, καθώς τα ελληνικά λιμάνια ήταν αρκετά πιο κοντά στο Σουέζ σε σύγκριση με τα γαλλικά και τα ιταλικά. O Tρικούπης από την άλλη θεωρούσε πως ο σιδηρόδρομος ήταν μέσο για την εσωτερική ανάπτυξη, που έπρεπε να προηγηθεί της ενσωμάτωσης στη διεθνή οικονομική σκηνή. Aυτό ακριβώς τον οδήγησε στην επιλογή του περιορισμού του κόστους του έργου, με αποτέλεσμα να μετατρέψει τους όρους των συμβάσεων, να προκρίνει τη γραμμή του ενός (1) μέτρου πλάτους, έναντι του 1,5 που ήταν το σύνηθες ευρωπαϊκό μέγεθος και το οποίο είχε συμφωνήσει ο Kουμουνδούρος. Eπιπλέον, το πρόγραμμα χρηματοδοτήθηκε και από το δημόσιο ταμείο με 20.000 δραχμές το χιλιόμετρο, στο βαθμό που θεωρήθηκε ότι τα πρώτα χρόνια δε θα υπήρχε απόδοση, ενώ το κράτος θα είχε δικαίωμα εξαγοράς του δικτύου 15 χρόνια μετά την κατασκευή του.