[...] Εγώ του αφέντη
μου
θα σας πω την αρρώστια. Του αρέσει
το δικαστήριο της Ηλιαίας* κι όσο
κανένας άλλος αγαπάει να κάνει
το δικαστή κι όταν δεν πιάνει θέση
στον πρώτο πάγκο, βαριαναστενάζει.
Ύπνος τη νύχτα δεν τον πιάνει μήτε
για δείγμα· κι αν τα βλέφαρα σφαλίσει
μια στάλα, τότε ο νους του φτερουγίζει
όλο το βράδυ στην κλεψύδρα*. Απ' τη συνήθεια
που 'χει την ψήφο να κρατάει, τα τρία
τα δάχτυλά* του είναι ενωμένα πάντα,
-να, έτσι- κι ως ξυπνά, θαρρείς πως πάει
ντουγρού να βάλει στο βωμό λιβάνι,
λες κι έχουμε πρωτομηνιά* [...] Αριστοφάνης, Σφήκαι, 87-96Το 422 π.Χ. ο Αριστοφάνης έκανε την παραπάνω περιγραφή
των καθηκόντων των ενόρκων δια στόματος ενός σκλάβου του Bδελυκλέωνος, ενός
από τα κύρια πρόσωπα της κωμωδίας Σφήκαι. Το κείμενο, αν και είναι υπερβολικά κωμικό, αποκαλύπτει
ότι οι περισσότεροι άνδρες είχαν εξασκηθεί καλά στον τρόπο λειτουργίας του δικαστικού
τους συστήματος. Η λαϊκή συμμετοχή στην απόδοση της δικαιοσύνης είχε ως αποτέλεσμα
την εξοικείωση με τις βασικές λειτουργίες του σώματος των ενόρκων καθώς και
την ανάπτυξη μέρους, τουλάχιστον, μίας ταυτότητας. Kαι τον 5ο αιώνα
το σώμα των ενόρκων στην Αθήνα αποτελούσε ένα σημαντικό μέρος της αθηναϊκής
ταυτότητας. Ο Αριστοφάνης πάλι είναι εκείνος που χαριτολογώντας
αποκαλύπτει αυτό το χαρακτηριστικό στοιχείο σε έναν κωμικό διάλογο ανάμεσα στο
Στρεψιάδη και σε ένα μαθητή σχολής σοφιστών, στο έργο Νεφέλαι, 206-208: ΜΑΘΗΤΗΣ (Δείχνει τον χάρτη): Αυτή 'ναι η περίμετρος της γης.
Βλέπεις; Εδώ 'ναι η Αθήνα. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τι λες, μωρέ, δεν το πιστεύω,
αφού δεν βλέπω δικαστές* να κάθονται στην έδρα. Για να εισέλθει κανείς στον κόσμο των αθηναϊκών
δικαστηρίων απαιτείται όχι μόνο η ακριβής περιγραφή των τρόπων λειτουργίας του
συστήματος και της δομής του, αλλά εξίσου η διαίσθηση και η συμπεριφορά των
ατόμων που έπαιζαν τους κύριους ρόλους σε αυτό. Από αυτή την άποψη η πόλις των Αθηνών έχει
ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Oι πληροφορίες που αφορούν τα δικαστήριά της αντλούνται
από διασωθέντες δικανικούς λόγους (με χρονολογική σειρά Αντιφώντας, Ανδοκίδης,
Λυσίας, Ισοκράτης, Ισαίος, Δημοσθένης, Αισχίνης, Υπερείδης, Λυκούργος και Δείναρχος).
Επιπλέον, σε κωμωδίες και τραγωδίες εμπεριέχονται πληροφορίες νομικού ενδιαφέροντος.
Στην Παλαιά κωμωδία, όπως για παράδειγμα στις Σφήκες (891-1008) του Αριστοφάνη,
στη σκηνή που διακωμωδεί τη δίκη ενός σκύλου που κατηγορούνταν για κλοπή,
και στη Νέα, όπως στους Επιτρέποντες (218-238) του Μενάνδρου, από όπου
αντλούμε πληροφορίες για το διορισμό διαιτητή. Ανάλογη μνεία γίνεται
στην τραγωδία, όπως στις Ευμενίδες του Αισχύλου, 684-709, όπου γίνεται
αναφορά στην ίδρυση του Αρείου Πάγου. Πάντως, δε θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι τα λογοτεχνικά
κείμενα και ιδιαίτερα οι αγορεύσεις στα δικαστήρια γράφονταν για να κερδηθεί
μια υπόθεση στο δικαστήριο και όχι για να μας δοθούν αποδεικτικά στοιχεία. Κατά
τον ίδιο τρόπο, οι κωμωδίες στόχευαν στη νίκη σε έναν δραματικό αγώνα και όχι
στην ακριβή απεικόνιση των νομικών διαδικασιών. Αλλά το σώμα των ενόρκων δεν ήταν κάτι για το οποίο
θα μπορούσε κανείς να αστειεύεται. Θεωρούνταν επίσης η ασπίδα του δημοκρατικού
θεσμού ενάντια στην τυραννία. Σύμφωνα με το Λυκούργο, υπέρμαχο της αθηναϊκής δημοκρατίας
του 4ου αιώνα, το σώμα των ενόρκων αποτελούσε την ασπίδα της δημοκρατίας
(Λυκούργος, Κατά Λεωκράτους, 3-4). Η σπουδαιότητα που δινόταν
στο δικαστικό λειτούργημα σε μια δημοκρατία καθιστά απαραίτητη τη μελέτη των
αθηναϊκών δικαστηρίων, για να κατανοηθεί η αλληλεξάρτηση του νόμου και της πολιτικής. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να δοθεί μια εκτεταμένη
εισαγωγή στο δικαστικό σύστημα της Αθήνας στην Αρχαιότητα, στα τέλη του 5ου
και στον 4ο αιώνα. Η παρουσίαση χωρίζεται σε στάδια ακολουθώντας
τις προδικαστικές προσπάθειες για την επίλυση μιας διαφοράς, τη διαδικασία της
επιδίκασης, την εκτέλεση της απόφασης και την τύχη της μετά την απόφαση του
δικαστηρίου. Στο τελευταίο μέρος, παρατίθενται κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία
της δομής του συστήματος. Αρχική Σελίδα | |