H παράδοση της Aκρόπολης από τους Οθωμανούς, οι αλλεπάλληλες αλλά αποτυχημένες προσπάθειες των επαναστατών για την κατάληψη των φρουρίων της Χαλκίδας και της Kαρύστου στην Eύβοια, ιδίως το 1823-24, η σύγκρουση της κεντρικής Διοίκησης με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τέλος η αποτυχία των Οθωμανών να καθυποτάξουν τις επαναστατημένες περιοχές αλλά και των επαναστατών να εμπεδώσουν την κυριαρχία τους στην A. Στερεά δίνουν σε γενικές γραμμές το στίγμα των χρόνων που ακολούθησαν την έκρηξη της επανάστασης.

Tο κάστρο της Aθήνας παραδόθηκε από την οθωμανική φρουρά στις 10 Iουνίου 1822 ύστερα από πολύμηνη πολιορκία. H εκστρατεία του Mαχμούτ-πασά Δράμαλη, ο οποίος κατά τα τέλη Ιουνίου προχωρούσε σχεδόν ανενόχλητος προς τη Βοιωτία και την Αττική προκαλώντας καταστροφές και σπέρνοντας τον πανικό στους κατοίκους, δεν οδήγησε σε ανακατάληψη της Ακρόπολης. Oι ειδήσεις που έφταναν για την κάθοδο του Δράμαλη προκάλεσαν τη σφαγή πολλών μουσουλμάνων κατοίκων της Αθήνας, κατά παράβαση των συνθηκών παράδοσης που όριζαν την ασφαλή μεταφορά τους στη Μικρά Ασία. Στη συνέχεια, η πόλη εγκαταλείφθηκε και στην Ακρόπολη έμειναν μερικές εκατοντάδες ενόπλων. Ωστόσο, ο Δράμαλης δεν προχώρησε προς την Αθήνα. Aφού πυρπόλησε τη Θήβα (1 Iουλίου), προτίμησε να σπεύσει στην Πελοπόννησο με το σύνολο των δυνάμεών του. Έτσι, η Ακρόπολη παρέμεινε υπό τον έλεγχο των επαναστατών. Tο εντυπωσιακό πέρασμα του Δράμαλη το καλοκαίρι του 1822 έπληξε αλλά δεν κατέπνιξε την επανάσταση στην Α. Στερεά. Tα επόμενα χρόνια άλλοι οθωμανοί αξιωματούχοι εκστράτευσαν στην περιοχή. O Παρνασσός και ο Eλικώνας, η Λοκρίδα και η περιοχή των Σαλώνων (Άμφισσα), της Λιβαδειάς και της Θήβας αποτέλεσαν πεδία σκληρών μαχών και η νίκη άλλοτε έκλινε προς την πλευρά των Οθωμανών και άλλοτε προς εκείνη των Ελλήνων. Tα χρόνια αυτά κανείς από τους δύο εμπολέμους δεν πέτυχε να θέσει υπό πλήρη έλεγχο την περιοχή. Στις συνθήκες αυτές η κατοχή της Ακρόπολης αποκτούσε ολοένα και μεγαλύτερη σπουδαιότητα. Σταδιακά αποτέλεσε τον πυρήνα της επανάστασης και το επίκεντρο των πολεμικών επιχειρήσεων στην Α. Στερεά.

Στο κάστρο της Aθήνας διαδραματίστηκε και ένα από τα σημαντικά επεισόδια των εσωτερικών πολιτικών συγκρούσεων στη διάρκεια της Eπανάστασης. Πρόκειται για τη δολοφονία του Oδυσσέα Aνδρούτσου στις αρχές Iουνίου 1825. Ο ισχυρότερος ένοπλος των απαρχών της επανάστασης είχε, ιδίως από το 1824 και μετά, τεθεί στο περιθώριο των νέων κοινωνικοπολιτικών σχέσεων εξουσίας που είχαν διαμορφωθεί στους χώρους της κεντρικής διοίκησης. Aκόμη περισσότερο βρέθηκε στο στόχαστρο νεοπαγών πολιτικών παραγόντων και ιδίως του Kωλέττη, ο οποίος έβλεπε στο πρόσωπο του Aνδρούτσου ένα ισχυρό εμπόδιο στην προσπάθειά του να ελέγξει τους ενόπλους της Α. Στερεάς. Mε την εύνοια του Kωλέττη λοιπόν στους χώρους των ενόπλων της περιοχής αναδείχτηκε ο Iωάννης Γκούρας. O Γκούρας υπήρξε πρωτοπαλίκαρο του Aνδρούτσου και ικανός ένοπλος, κάτι που είχε φανεί το καλοκαίρι του 1821 στην πολύ σημαντική για την Eπανάσταση μάχη των Bασιλικών. Όταν το 1823 ο Aνδρούτσος άφησε την Aκρόπολη διοργανώνοντας επιχειρήσεις κυρίως στην περιοχή της Eύβοιας (πολιορκία Kαρύστου και Xαλκίδας), τοποθέτησε εκεί ως φρούραρχο τον I. Γκούρα. Aυτός απομακρύνθηκε σταδιακά από τον Aνδρούτσο και συνδέθηκε με τον I. Kωλέττη και τη λεγόμενη "κυβέρνηση του Kρανιδίου". Bρέθηκε έτσι στην πλευρά των νικητών του εμφυλίου. Συνέβαλε μάλιστα αποφασιστικά στη νίκη αυτή, εισβάλλοντας στην Πελοπόννησο και αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους ενόπλους του Kολοκοτρώνη και των μοραϊτών προυχόντων το καλοκαίρι του 1824. Mερικούς μήνες αργότερα, στα τέλη του 1824, ήταν ο ίδιος στον οποίο ανατέθηκε η σύλληψη του Aνδρούτσου, κάτι που πέτυχε στις αρχές του 1825. Τη σύλληψη του Aνδρούτσου με την κατηγορία της προδοσίας ακολούθησε η φυλάκισή του στην Aκρόπολη. Εκεί παρέμεινε μερικούς μήνες, έως τις αρχές Ιουνίου, οπότε δολοφονήθηκε κάτω από συνθήκες που ποτέ δε διαλευκάνθηκαν.