Tέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της επανάστασης η Πελοπόννησος ελεγχόταν από τις ελληνικές δυνάμεις εκτός από τα φρούρια της Πάτρας, της Μεθώνης και της Κορώνης. Στις αρχές του 1825 ο εμφύλιος πόλεμος είχε τελειώσει, η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία των Πελοποννήσιων είχε ηττηθεί και φυλακιστεί, ενώ οι ρουμελιώτες ένοπλοι που στήριξαν με τη δύναμη των όπλων τους τη Διοίκηση περιφέρονταν στις επαρχίες της Πελοποννήσου προβαίνοντας σε πράξεις βίας και προκαλώντας τη δυσαρέσκεια των ντόπιων. Επιπλέον, παρότι τα χρήματα της πρώτης δόσης του δανείου είχαν σχεδόν τελειώσει, δεν είχαν γίνει συστηματικές προετοιμασίες ούτε για την εκδίωξη των Οθωμανών από τα φρούρια της δυτικής Πελοποννήσου ούτε για την αποτροπή μιας νέας οθωμανικής εκστρατείας. Στις συνθήκες αυτές αποβιβάστηκε στις ακτές της Μεσσηνίας ο Ιμπραήμ πασάς το Φεβρουάριο του 1825.

Ο Ιμπραήμ ήταν ο θετός γιος του Μεχμέτ Αλή-πασά της Αιγύπτου, ενός τυπικά υποτελούς στο Σουλτάνο ισχυρού τοπάρχη/ηγεμόνα, στον οποίο είχε προστρέξει η Υψηλή Πύλη για να καταστείλει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Πολύ σύντομα ο οργανωμένος από γάλλους αξιωματικούς στρατός του Ιμπραήμ ξεκίνησε τις πολεμικές επιχειρήσεις. Έως το τέλος της άνοιξης κατάφερε χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία να καταλάβει το Νεόκαστρο και το Παλαιόκαστρο, ενώ συνέτριψε τις ελληνικές δυνάμεις όταν επιχείρησαν να σταματήσουν την προέλασή του στη Mεσσηνία. Κάτι τέτοιο συνέβη στις 7 Απριλίου στο Κρεμμύδι και στις 20 Μαΐου στο Μανιάκι, όπου έχασε τη ζωή του ο Παπαφλέσσας. Στο μεταξύ, ο Κολοκοτρώνης, ο Δεληγιάννης και οι άλλοι πελοποννήσιοι αρχηγοί είχαν αμνηστευθεί και επιστρέψει στον τόπο τους για να οργανώσουν την άμυνα. Ωστόσο, παρά τις προσπάθειές τους ο Ιμπραήμ κινήθηκε γρήγορα προς το κέντρο της Πελοποννήσου προκαλώντας καταστροφές και σπέρνοντας τον πανικό στους κατοίκους, που πανικόβλητοι κατέφευγαν στα βουνά. Στις 11 Ιουνίου 1825 ο Ιμπραήμ εισήλθε στην Τριπολιτσά καταλαμβάνοντας μια πόλη εγκαταλειμμένη απ' όλους τους κατοίκους της. Δύο μέρες αργότερα, κατευθυνόμενος προς το Ναύπλιο βρέθηκε στους Μύλους, τοποθεσία στην πεδιάδα του Άργους. Εκεί ο Δ. Υψηλάντης, ο Κ. Μαυρομιχάλης, ο Μακρυγιάννης και μερικές εκατοντάδες ένοπλοι ανέκοψαν την πορεία του υποχρεώνοντάς τον να επιστρέψει προς το κέντρο της Πελοποννήσου. Μετά την ήττα κινήθηκε δυτικά και ως το Νοέμβριο, οπότε έσπευσε στο Μεσολόγγι, είχε σε μεγάλο βαθμό υποτάξει τη δυτική και κεντρική Πελοπόννησο προκαλώντας λεηλασίες και καταστροφές. Eπιπρόσθετα, ο αιγυπτιακός στόλος εφοδίαζε τακτικά και αποβίβαζε νέους δυνάμεις, παρά την παρεμπόδιση που κατά καιρούς δεχόταν από την ελληνική πλευρά.