Μετά την καταστροφή του από τους Πέρσες, το 480 π.Χ., το Τελεστήριο της Ελευσίνας ανοικοδομήθηκε σχετικά σύντομα. Ήταν ένα παραλληλόγραμμο κτίσμα με 3 επτάστυλες κιονοστοιχίες στο εσωτερικό του και 7 βαθμίδες για τους θεατές στις τρεις πλευρές του. Ο Ικτίνος σχεδίασε μία επέκταση της αίθουσας, ώστε να γίνει τετράγωνη, και μία μεγάλη πρόσταση. Στο εσωτερικό είχε προβλέψει πέντε τετράστυλες κιονοστοιχίες. Όμως τα μεταξόνια διαστήματα των εσωτερικών κιόνων ήταν πολύ μεγάλα και δημιούργησαν δυσκολίες στη στέγαση. Το έργο δεν πραγματοποιήθηκε παρά μια γενιά αργότερα με αλλαγές στο σχεδιασμό. Στην τελική του μορφή το Τελεστήριο είχε στα κλασικά χρόνια επτά εξάστυλες εσωτερικές κιονοστοιχίες και σειρά επτά περιμετρικών κερκίδων.

Η τεράστια πρόσταση των 12+2 κιόνων, μήκους 60 μέτρων, προστέθηκε από το Φίλωνα περί το 340 π.Χ. Μια άλλη μεγάλη υπόστυλη αίθουσα ήταν το Ωδείο του Περικλή, στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Οικοδομήθηκε μάλλον μεταξύ του 447 και 442 π.X., είχε 9 σειρές 10 κιόνων η καθεμία και ξύλινα εδώλια κατά μήκος των τοίχων. Καλυπτόταν από πυραμιδοειδή στέγη, η οποία διέθετε πιθανόν υπερυψωμένο φεγγίτη στο κέντρο για φωτισμό και αερισμό.


Η παλαιότερη παράδοση των κυκλικών κτισμάτων βρήκε στην Αθήνα δύο κυρίως εκφράσεις στις αρχές και στο τέλος της Κλασικής περιόδου. Ένα πολύ απλό κυκλικό κτήριο, διαμέτρου περίπου 18 μέτρων, χτίστηκε στην Αγορά περί το 470 π.Χ. Ταυτίζεται με τη Θόλο που στέγαζε το πρυτανείο. Είχε είσοδο από ανατολικά και στο εσωτερικό 6 κίονες χωρίς αυλακώσεις, τοποθετημένους σε δύο ελλειψοειδείς συστάδες των τριών κιόνων, τη μία προς τη μεριά της εισόδου και την άλλη απέναντί της. Μία πολύ μικρότερης κλίμακας θόλο αποτελούσε και το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη. Είχε διάμετρο μόνο 2,1 μέτρα, ενώ το ύψος του ήταν 16,2 μέτρα. Αποτέλεσε ένα ανεπτυγμένο δείγμα του κορινθιακού ρυθμού με έξι κίονες σε κυκλική διάταξη, τοποθετημένους πάνω σε τετράγωνη βάση. Τα κενά μεταξύ τους έκλειναν κυρτοί μονόλιθοι δόμοι με ανάγλυφους τρίποδες στο άνω μέρος. Το επιστύλιο έφερε περιμετρικά γλυπτή ζωφόρο. Μονολιθική ήταν και η ελαφρά κυρτή στέγη, η οποία κατέληγε σε τριπλή δέσμη φύλλων ακάνθου. Πάνω τους είχε στηθεί ο χάλκινος τρίποδας, το έπαθλο του Λυσικράτη στο θεατρικό αγώνα του 334 π.Χ.
Άλλες θόλοι του 4ου αιώνα π.Χ. υπήρχαν στους Δελφούς, την Ολυμπία και την Επίδαυρο.



Η παλιότερη θεατρικού τύπου κατασκευή ήταν το θέατρο του Διονύσου πιθανόν εμπνευσμένη από την Πνύκα, της οποίας η ημικυκλική διάταξη σε ανωφέρεια εφαρμόστηκε στην κατασκευή του. Οι αρχιτεκτονικές μεταβολές στην εξέλιξη του ελληνικού θεάτρου υπαγορεύτηκαν κυρίως από τις μεταβολές στη δομή των θεατρικών δρώμενων. Στο θέατρο του Διονύσου δεν είναι εύκολο να παρακολουθήσουμε τις μετατροπές από τα μέσα μέχρι το τέλος του 5ου αιώνα π.Χ. Ακόμη δεν υπήρχε σκηνή, αλλά ο χορός κινούνταν στον κυκλικό χώρο που γι' αυτό ακριβώς ονομάστηκε ορχήστρα. Αρχικά ένας απλός τοίχος και κατόπιν η πίσω πλευρά μιας στοάς χρησίμεψαν για να στηρίζονται τα σκηνικά. Οι ηθοποιοί έμπαιναν από δύο πλαϊνά ανοίγματα που ονομάζονταν πάροδοι.

Το κοίλο, ο χώρος δηλαδή που κάθονταν οι θεατές, αποτελούνταν από αλλεπάλληλες σειρές κερκίδων σε τρία οριζόντια διαζώματα. Τον 4ο αιώνα π.Χ. για τις ανάγκες προβολής των υποκριτών της νέας κωμωδίας αναπτύχθηκε στη σκηνή διώροφο κτίσμα με λογείο και προστέθηκαν βοηθητικά κτήρια, τα παρασκήνια. Στο Θορικό, κοντά στο Λαύριο, το κοίλο του θεάτρου ήταν εξ ολοκλήρου λαξευμένο στο φυσικό βράχο. Σειρά ημικυκλικών κερκίδων χρησιμοποιήθηκε και σε μικρότερης κλίμακας σκεπαστά κτήρια, όπως το Βουλευτήριο της Αγοράς, που ανεγέρθηκε λίγο πριν από το 400 π.Χ. Οι κερκίδες στην περίπτωσή του ήταν ξύλινοι πάγκοι. Τέσσερις κίονες κοντά στα άκρα του κτηρίου στήριζαν τη στέγη διακόπτοντας όσο το δυνατόν λιγότερο την εσωτερική οπτική του ενότητα.


Στα πρώτα χρόνια μετά τα Μηδικά οικοδομήθηκαν η στοά των Ερμών και η στοά του Πεισιάνακτος (Ποικίλη στοά). Η τελευταία ήταν διακοσμημένη με πίνακες του Πολυγνώτου, του Μίκωνα και του Πάναινου. Στους πρόποδες του λόφου του Aγοραίου Κολωνού βρισκόταν η στοά του Διός Ελευθερίου, άγαλμα του οποίου δέσποζε μπροστά της. Στα νότια της Aγοράς η λεγόμενη Νότια στοά με τις Τράπεζες χτίστηκε στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., την ίδια περίπου εποχή με τη στοά του Διονύσου Ελευθερέως. Η λειτουργικότητα αυτής της στοάς έχει ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως, αλλά πάντα σε στενή σχέση με το θέατρο του Διονύσου.



| εισαγωγή | τέχνες | γράμματα | εκπαίδευση | θρησκεία | Κλασική Εποχή

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες μπορείτε να δείτε αυτές σε μεγέθυνση, καθώς και τις επεξηγήσεις τους.
Οι υπογραμμισμένες παραπομπές (links) οδηγούν σε σχετικά με αυτές κείμενα, ενώ οι μη υπογραμμισμένες αποτελούν επεξηγηματικό γλωσσάρι.