Γύρω στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. εμφανίστηκαν τα πρώτα μεγάλου μεγέθους αγάλματα στον ελληνικό χώρο. Οι τύποι των αγαλμάτων αυτών, και κυρίως της όρθιας ανδρικής μορφής που αποκαλείται κούρος, βρήκαν μεγάλη απήχηση στη μικροπλαστική. Σπάνια σώθηκαν τα ίδια τα λατρευτικά αγάλματα των αρχαϊκών ναών. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, είμαστε σε θέση να εικάσουμε τον τύπο τους με βάση τα πολυάριθμα χάλκινα ειδώλια που αφιερώνονταν στα ιερά. Στη διάρκεια του 7ου αιώνα π.Χ. η Κρήτη είναι ο αδιαφιλονίκητος πρωτοπόρος στη χαλκοπλαστική. Αγαλματίδια, όπως ο "κριοφόρος του Βερολίνου", φανερώνουν την αδιάρρηκτη συνέχεια της μινωϊκής-μυκηναϊκής παράδοσης. Ταυτόχρονα εφαρμόζονται και οι κανόνες του δαιδαλικού ρυθμού, έργα του οποίου ταξιδεύουν και εκτός Κρήτης, όπως φαίνεται από τον "κούρο των Δελφών".
Ένα άλλο σημαντικό κέντρο χαλκοπλαστικής της ίδιας εποχής είναι η Βοιωτία. Στα βοιωτικά ειδώλια οι φυσιοκρατικές τάσεις στην απεικόνιση του σώματος συνυπάρχουν με τη γεωμετρική αντίληψη για τη χωριστή λειτουργική θέση των μελών του. Η μεταβατική αυτή φάση, που χαρακτηρίζει και τα θεσσαλικά ειδώλια, παραχωρεί σταδιακά τη θέση της στην επίπεδη μετωπικότητα των δαιδαλικών μορφών, όπως στο γυναικείο "ειδώλιο της Bαλτιμόρης".


Στη διάρκεια του 6ου αιώνα π.Χ. νέα κέντρα αναδεικνύονται και τα έργα τους αφιερώνονται στα πανελλήνια και στα τοπικά ιερά. Η σχετικά ειρηνική περίοδος, η οικονομική ευρωστία των πόλεων και η φιλοδοξία των τυράννων στόλισαν τα ιερά με σημαντικά μεγάλα έργα, τα οποία με τη σειρά τους βρήκαν πολυάριθμους μιμητές στα ειδώλια που αφιέρωναν οι εύπορες τάξεις. Και ενώ η κρητική σχολή έχασε τη ζωτικότητα και την πρωτοτυπία της, μπήκε στο προσκήνιο η Ιωνία με σημαντικά χαλκοπλαστικά εργαστήρια στη Σάμο και την Έφεσο. Τα βασικά γνωρίσματα αυτής της σχολής είναι η πλαστικότητα των όγκων και τα μαλακά ρέοντα περιγράμματα. Ιδιαίτερα τα αγαλμάτια των κορών διακρίνονται από μία επιτηδευμένη αβρότητα και από τη μειλίχια έκφραση του προσώπου τους.


Στην Αττική υπήρχαν εργαστήρια χαλκοπλαστικής, ήδη από τον 8ο αιώνα π.Χ. Πολύ περισσότερα, ωστόσο, γνωρίζουμε για τη μικροπλαστική του 6ου αιώνα, εξαιτίας των αποθετών που δημιουργήθηκαν στην Ακρόπολη, μετά τη λεηλασία του ιερού βράχου από τους Πέρσες το 480 π.Χ. Όπως είναι φυσικό, κυριαρχεί ο τύπος της Αθηνάς Προμάχου με την αιγίδα και το δόρυ, ο οποίος αναπαρήγαγε με σχετική ελευθερία τον τύπο του μεγάλου αγάλματος που είχε καταστραφεί από τους Πέρσες. Οι αναλογίες των σωμάτων είναι αρμονικές και οι ισορροπημένες μορφές ακτινοβολούν μία πνευματικότητα και χάρη. Τα γοργόνεια και οι σφίγγες, στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., έχουν απαλλαγεί ήδη από τα τερατόμορφα χαρακτηριστικά τους.

Δυστυχώς δεν έχουν σωθεί πολλές πληροφορίες για τις Κυκλάδες, αλλά φαίνεται πως η χαλκοπλαστική ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένη στην Πάρο, σε εργαστήριο της οποίας αποδίδονται ευρήματα από τη Βοιωτία και τους Δελφούς. Στην Αίγινα αποδίδεται μία ομάδα κατόπτρων με κόρες στις λαβές τους, των οποίων μάλιστα τα χαρακτηριστικά συγγενεύουν με τα γλυπτά του ναού της Αφαίας, αλλά και με τα έργα της βορειοδυτικής Πελοποννήσου.


| εισαγωγή | γράμματα | τέχνες | θρησκεία | Αρχαϊκή Περίοδος

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή.