Ιστορικό πλαίσιο > Θαλάσσια επικοινωνία > Θαλάσσιοι δρόμοι

Η ναυσιπλοΐα στην ανατολική Μεσόγειο περιοριζόταν χωρίς αμφιβολία στους καλοκαιρινούς μήνες, από τα τέλη Μαΐου μέχρι και τα τέλη Οκτωβρίου, λαμβάνοντας υπόψη ότι σε αυτή την περιοχή η καλοκαιρία είχε διάρκεια πέντε μηνών, όπως και στις μέρες μας. Ο πιθανότερος δρόμος θαλάσσιας επικοινωνίας μεταξύ Αιγαίου και Αιγύπτου ξεκινούσε από τη νότια ακτή του νησιού και ακολουθώντας μια νότια-νοτιοανατολική πορεία κατέληγε στις ακτές της Λιβύης και μετά από μια παράκτια διαδρομή προς τα ανατολικά στο Δέλτα του Νείλου. Το ταξίδι αυτό θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί κάτω από ιδανικές συνθήκες σε τέσσερις έως πέντε ημέρες. Ένα πιθανό αγκυροβόλιο στη λιβυκή ακτή, κοντά στο αιγυπτιακό Δέλτα, είναι το Marsah Matruh, που βρίσκεται στο γεωγραφικό μήκος της Κάσου. Στο λιβυκό αυτό λιμάνι έχουν έλθει στο φως και λίγα μινωικά και μυκηναϊκά όστρακα.

Η αντίστροφη πορεία, η απευθείας δηλαδή σύνδεση των ακτών του Δέλτα με τη νότια ακτή της Κρήτης, ήταν ωστόσο για τα ιστιοφόρα της εποχής του Χαλκού εξαιρετικά ριψοκίνδυνη. Στην ανατολική Μεσόγειο κυριαρχούσαν χειμώνα και καλοκαίρι βορειοδυτικοί-δυτικοί άνεμοι και θαλάσσια ρεύματα ανάλογης κατεύθυνσης. Πιο πιθανή είναι στο πλαίσιο της τακτικής θαλάσσιας επικοινωνίας μεταξύ των δύο περιοχών μια διαδρομή που ακολουθούσε το περίγραμμα των ακτών της ανατολικής Μεσογείου με φορά αντίθετη των δεικτών του ρολογιού παραπλέοντας το Δέλτα, την Παλαιστίνη, τη Συρία, την Κύπρο, τη Λυκία και καταλήγοντας στη Ρόδο. Από εκεί το ταξίδι για την Κρήτη συνεχιζόταν μέσω της Καρπάθου και της Κάσου. Το πρώτο κρητικό αγκυροβόλιο θα πρέπει να ήταν το Παλαίκαστρο, για όσα πλοία είχαν τελικό προσανατολισμό τη βόρεια ακτή, και η Ζάκρος για τα πλοία που έπλεαν προς τη νότια ακτή. Η παράκτια αυτή πορεία αύξανε φυσικά τη διάρκεια του ταξιδιού, πρόσφερε όμως το πλεονέκτημα μεγαλύτερης ασφάλειας και τη δυνατότητα διανυκτέρευσης στη στεριά. Ένα πλοίο που έπλεε με συνεχείς ευνοϊκούς, πλάγιους ανέμους θα μπορούσε να διανύσει την απόσταση σε μία έως δύο εβδομάδες. Μετά την Κύπρο άρχιζε το πιο επικίνδυνο τμήμα αυτής της θαλάσσιας διαδρομής, καθώς στα νότια μικρασιατικά παράλια έπνεαν ισχυροί άνεμοι. Σε αυτή την περιοχή ανακαλύφθηκαν και εξερευνήθηκαν δύο ναυάγια της Ύστερης εποχής του Χαλκού.

Το ταξίδι από τη βόρεια ακτή της Αφρικής προς τη νότια Κρήτη ήταν για ένα ιστιοφόρο πλοίο ριψοκίνδυνο, ωστόσο όχι αδύνατο. Υπάρχουν αρκετές αναφορές από μεταγενέστερες περιόδους για πλοία που το επιχείρησαν με επιτυχία. Θεωρητικά δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι, σε μεμονωμένες περιπτώσεις, κάποια πλοία της εποχής του Χαλκού ακολούθησαν αυτή τη διαδρομή της άμεσης επικοινωνίας μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης. Ωστόσο το πολύτιμο φορτίο, τα υπερβολικά έξοδα ενός θαλάσσιου ταξιδιού και το υψηλό ρίσκο που συνόδευε ένα τέτοιο επιχείρημα κάνουν πολύ πιθανότερο οι έμποροι και οι ναυτικοί να προτιμούσαν την ασφαλέστερη παράκτια διαδρομή.