Η αποχή από τους Αγώνες
Η αποχή από τους Ολυμπιακούς Αγώνες υπήρξε ένα από τα ισχυρότερα πλήγματα για τη ΔΟΕ και το κύρος των Αγώνων, ιδίως κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Η άρνηση της συμμετοχής 30 σχεδόν κρατών της Αφρικής από τους Αγώνες του Μόντρεαλ (1976), των ΗΠΑ και 60 ακόμη κρατών από τους Αγώνες του 1980 (Μόσχα) και 14 κρατών με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση από τους Αγώνες του 1984 (Λος ΄Aντζελες) είναι οι πλέον σημαντικές περιπτώσεις αποχής στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων.
Δεν είναι, ωστόσο, οι μοναδικές που έχουν σημειωθεί. Αντίθετα, το μποϊκοτάζ από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά και η απειλή για μποϊκοτάζ, αποτέλεσαν σε ολόκληρο τον 20ό αιώνα μια από τις συνηθισμένες πρακτικές μέσω της οποίας οι Ολυμπιακοί Αγώνες συναρτήθηκαν με τους ανταγωνισμούς που ανέκυπταν μεταξύ κρατών ή/και συνασπισμών στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε 10 από τις 24 ολυμπιακές διοργανώσεις που έχουν διεξαχθεί από το 1896 έως το 2000 διαπιστώνεται η απειλή αποχής ή/και η αποχή από τους Αγώνες. Μάλιστα από τις 12 διοργανώσεις που έγιναν μεταξύ του 1936 και του 1988 πραγματοποιήθηκε μποϊκοτάζ -μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης και σημασίας ανά περίπτωση- σε 6 Ολυμπιακούς Αγώνες (1952, 1956, 1976, 1980, 1984, 1988), ενώ σε άλλες 3 περιπτώσεις σημειώθηκε η απειλή αποχής (1936, 1968, 1972).
Η πρώτη φορά που η απειλή της αποχής διατυπώθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν στη διοργάνωση του 1912 στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, τότε που η Αυστροουγγαρία απείλησε με αποχή σε περίπτωση που γινόταν δεκτή η συμμετοχή της Βοημίας και της Ουγγαρίας ως ανεξάρτητων κρατών με δική τους σημαία κατά την παρέλαση των αθλητών και κατά τις τελετές απονομής μεταλλίων. Ανάλογο αίτημα, όχι όμως και απειλή αποχής, είχε εγείρει και η Ρωσία όσον αφορά τη συμμετοχή της Φιλανδίας.
Τα προβλήματα αυτά εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στους Αγώνες του 1908 στο Λονδίνο, όταν υιοθετήθηκε η πρακτική της παρέλασης των αθλητών κατά εθνικές αποστολές στην τελετή έναρξης. Η επίλυσή τους στο πλαίσιο των Aγώνων ήταν αποτέλεσμα της συμβιβαστικής παρέμβασης του προέδρου της ΔΟΕ, χάρη στην οποία η Αυστροουγγαρία δεν πραγματοποίησε την απειλή της. Aντίθετα, η επίλυση στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής ήρθε μετά τη λήξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, με τη νέα πολιτική γεωγραφία που δημιουργήθηκε στην Ευρώπη με τη διάλυση παλαιών κρατών (π.χ. Αυστροουγγαρία, Ρωσία) και τη δημιουργία νέων, στηριγμένων σε μεγάλο βαθμό στην αρχή των εθνοτήτων.
Η επόμενη φορά που ένα ισχυρό κράτος απείλησε με αποχή από τους Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν το 1936 στο Βερολίνο. Από το 1933 είχε ξεκινήσει η διακυβέρνηση της Γερμανίας από τους Ναζί και το 1936, τη χρονιά των Αγώνων, τέθηκαν σε ισχύ οι περίφημοι Νόμοι της Νυρεμβέργης, που στρέφονταν κατά κύριο λόγο κατά των εβραϊκής καταγωγής πολιτών της Γερμανίας. Οι αντιδράσεις υπήρξαν πολλές, με σημαντικότερη εκείνη των ΗΠΑ που απείλησαν με αποχή από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, κάτι που τελικά δε συνέβη, εξαιτίας της παρέμβασης της ΔΟΕ και της άσκησης πιέσεων προς τους διοργανωτές.
Το 1952 η Κίνα αρνήθηκε να μετάσχει στους Αγώνες, εξαιτίας της συμμετοχής της Ταϊβάν, προκαλώντας έτσι την πρώτη, έστω και περιορισμένης έκτασης, περίπτωση μποϊκοτάζ. Ωστόσο, τέσσερα χρόνια αργότερα, εφτά χώρες αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αν και για διαφορετικούς μεταξύ τους λόγους. Η Κίνα απείχε, εξαιτίας της πρόσκλησης της Ταϊβάν, η Αίγυπτος, το Ιράκ και η Λιβύη, εξαιτίας της πολεμικής κρίσης στο Σουέζ, ενώ η Ολλανδία, η Ισπανία και η Ελβετία εξέφρασαν με αυτό τον τρόπο τη διαμαρτυρία τους για τη στρατιωτική εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης στην Ουγγαρία.
Το 1968 και το 1972 μια σειρά αφρικανικών χωρών απείλησαν με μποϊκοτάζ ενάντια στην πρόσκληση της Νότιας Αφρικής και της Ροδεσίας, κρατών που ακολουθούσαν ρατσιστική πολιτική, πετυχαίνοντας τελικά την αποβολή τους από τους Αγώνες. Το 1976, ωστόσο, η απειλή της αποχής έγινε πραγματικότητα. Αιτία υπήρξε η συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας σε αγώνες ράγκμπι στη Νότια Αφρική. Τη φορά αυτή η πίεση αρκετών αφρικανικών κρατών για αποβολή της Νέας Ζηλανδίας από τους Αγώνες δεν έγινε δεκτή, με το σκεπτικό ότι το ράγκμπι δεν ήταν ολυμπιακό άθλημα. Ως αποτέλεσμα 29 χώρες από την Αφρική αρνήθηκαν να μετάσχουν στους Αγώνες, προκαλώντας έτσι το πρώτο μεγάλης έκτασης μποϊκοτάζ.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στους Αγώνες της Μόσχας, πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερης έκτασης αποχή στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και 60 ακόμη κράτη αρνήθηκαν να λάβουν μέρος, προβάλλοντας ως αιτία τη στρατιωτική εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν. Μάλιστα, την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων διοργανώθηκαν στη Φιλαδέλφεια ξεχωριστοί αγώνες που ονομάστηκαν Liberty Bell Classic. Το 1984 στο Λος ΄Aντζελες ήταν η τρίτη συνεχόμενη ολυμπιακή διοργάνωση που πραγματοποιήθηκε μεγάλης έκτασης αποχή. Αν και ο αριθμός των 13 κρατών που ακολούθησαν τη Σοβιετική Ένωση στην απόφαση της αποχής δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος, προσφέροντας στους διοργανωτές την ικανοποίηση της δημιουργίας νέου ρεκόρ συμμετοχών (141 κράτη), το μποϊκοτάζ είχε αντίκτυπο στο κύρος των Αγώνων. Μάλιστα, όπως συνέβη και το 1980, έτσι και το 1984 διοργανώθηκαν ξεχωριστοί Αγώνες που ονομάστηκαν Friendship Games και πραγματοποιήθηκαν σε αρκετές διαφορετικές πόλεις (Μόσχα, Αβάνα, Πράγα, Βαρσοβία, Ταλίν, Olomouk και Katowice).
Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, που εγκαινιάστηκε με την πολιτική μεταρρυθμίσεων στη Σοβιετική Ένωση και τις συμφωνίες για τους εξοπλισμούς με τις ΗΠΑ, είχε το θετικό του αντίκτυπο και στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1988 που έγιναν στη Σεούλ. Στους Αγώνες του 1988 συμμετείχαν για πρώτη φορά μετά από δώδεκα χρόνια οι τρεις ισχυρότερες την εποχή εκείνη αθλητικές δυνάμεις (Ηνωμένες Πολιτείες, Σοβιετική Ένωση, Ανατολική Γερμανία). Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν απέτρεψε μια νέα αποχή, που τη φορά αυτή ήταν μικρότερης έκτασης αλλά και συμβολικής σημασίας: της Βόρειας Κορέας, της Αλβανίας, της Κούβας και της Νικαράγουας.
Το 1988 ήταν η τελευταία φορά που παρατηρήθηκε η αποχή ή η απειλή αποχής σε Ολυμπιακούς Αγώνες, καθώς το 1992 (Βαρκελώνη), το 1996 (Ατλάντα) και το 2000 (Σίδνεϊ) η συμμετοχή των χωρών ήταν η μεγαλύτερη δυνατή. Για πρώτη φορά, λοιπόν, μετά το 1936 για τρεις συνεχόμενες διοργανώσεις το μποϊκοτάζ δεν έπληξε τους Αγώνες ούτε ως απειλή.

 

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αρχαιότητα:
Από την Αρχαία Ολυμπία στην Αθήνα του 1896