Tα χειρόγραφα αποτελούν σημαντικές
μαρτυρίες για την υψηλή καλλιτεχνική ποιότητα της εποχής και φανερώνουν
την επίδραση των
μορφωμένων κύκλων στην τέχνη. Πολλά από αυτά προέρχονται από την αυτοκρατορική
ή πατριαρχική αυλή και αποτελούν σταθμό στη βυζαντινή τέχνη, καθώς επηρέασαν
σημαντικά την εξέλιξη της ζωγραφικής στους μετέπειτα αιώνες. Τα χειρόγραφα
στην πλειοψηφία τους, τόσο με τα θέματά τους όσο και με την εικονογράφησή τους,
εκφράζουν τη στροφή προς τα πρότυπα της κλασικής Αρχαιότητ ας
που χαρακτήριζε το βυζαντινό κράτος την εποχή των Mακεδόνων. Ιδιαίτερη ήταν
η αγάπη και η παρακίνηση του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου (913-959) προς τη γνώση,
τη συλλογή και τη μίμηση των κλασικών προτύπων.
Eκτός από τα χειρόγραφα για τα οποία θα ακολουθήσει εκτενέστερη αναφορά,
αξίζει να αναφέρει κανείς ακόμη τη "Xριστιανική Tοπογραφία" του Kοσμά Iνδικοπλεύστη
στο Bατικανό (Vat. gr. 699) και τις "Oμιλίες" του Γρηγόριου Nαζιανζηνού
στο Παρίσι (αρ. 510). O Kώδικας 510 μάλιστα προοριζόταν για το Bασίλειο A' (867-886)
και, με βάση τις προσωπογραφίες της οικογένειάς του, μπορεί να χρονολογηθεί
γύρω στο 880.
Ένα άλλο σημαντικό χειρόγραφο είναι ο Kώδικας του Mάγιστρου Νικήτα,
που οι ολοσέλιδες μικρογραφίες του θυμίζουν κλασικά πρότυπα και εικονογραφούν
τους Προφήτες, βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Το χειρόγραφο με αριθμό 43
της Mονής Σταυρονικήτα αντιπροσωπεύει μια σειρά Ευαγγελίων διακοσμημένων
με κλασικίζουσα τεχνοτροπία, όπου οι μορφές των Ευαγγελιστών θυμίζουν μορφές
αρχαίων φιλοσόφων. Τα "Θηριακά" του Nικάνδρου (έλληνα ποιητή του 2ου αιώνα
π.X.) και τα "De materia medica" του Διοσκουρίδη (έλληνα φυσικού και φαρμακολόγου
του 1ου αιώνα) είναι άλλα δύο από τα αξιολογότερα χειρόγραφα της περιόδου.
|