Από τα σημαντικότερα στοιχεία της εσωτερικής πολιτικής του Μονομάχου ήταν η εισαγωγή του θεσμού της πρόνοιας, σύμφωνα με τον οποίο παραχωρούνταν μεγάλες εκτάσεις μαζί με τους φόρους τους σε πολίτες, ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες τους. Ο θεσμός υπήρξε καθοριστικός για την οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του βυζαντινού κράτους. Την εποχή αυτή εισήχθη πιθανότατα και η εκμίσθωση των κρατικών φόρων σε ιδιώτες, με εξαιρετικά αρνητικά αποτελέσματα για τους φορολογούμενους λόγω της εκμετάλλευσής τους από τους εκμισθωτές.
H αντιπαράθεση των γραφειοκρατών της Κωνσταντινούπολης με τους στρατιωτικούς αξιωματούχους εντάθηκε. Η πολιτική του Μονομάχου ευνόησε τους πρώτους, στους οποίους έδωσε φορολογικές απαλλαγές και άλλα προνόμια. Ταυτόχρονα, μείωσε τη στρατιωτική δύναμη του κράτους. Πολλοί άξιοι στρατηγοί απολύθηκαν και η οικονομική υποστήριξη στα στρατεύματα των θεμάτων ελαττώθηκε. Ο αυτοκράτορας υποχρέωσε επίσης ολόκληρα στρατιωτικά τμήματα να εξαγοράσουν τη στρατιωτική υπηρεσία τους με σκοπό να συγκεντρώσει χρήματα. Έφτασε να απογυμνώσει την περιοχή της Ιβηρίας και της βυζαντινής Μεσοποταμίας από το στρατό και να καταστήσει το κράτος σε μεγάλο ποσοστό εξαρτημένο από τους μισθοφόρους.
Στην εποχή αυτή σημειώθηκε υποτίμηση του χρυσού νομίσματος, που ωστόσο δεν οφειλόταν στη οικονομική κρίση αλλά στην αύξηση των χρηματικών συναλλαγών, καθώς η οικονομία του βυζαντινού κράτους αποκτούσε ολοένα και περισσότερο νομισματικό χαρακτήρα.

Ο αυτοκράτορας πραγματοποίησε πολλά κοινωνικά και κοινωφελή έργα, όπως ίδρυση νοσοκομείων, γηροκομείων, πτωχοκομείων. Έδωσε οικονομική ενίσχυση στην Εκκλησία και σε μοναστικά ιδρύματα και το όνομά του συνδέεται τόσο με την Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη όσο και με τη Νέα Μονή στη Χίο. Σημαντικό υπήρξε εξάλλου το ενδιαφέρον του αυτοκράτορα και για την παιδεία, όπως φανερώνει η ίδρυση ανώτατης κρατικής σχολής στη μονή Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων.