tan zi mat



Περιεχόμενα κεφαλαίου
Oι μετριοπαθείς

Oι χριστιανοί ριζοσπάστες των οθωμανικών Βαλκανίων στην προσπάθειά τους να πραγματοποιήσουν το όραμα του ανεξάρτητου εθνικού κράτους είχαν να αντιμετωπίσουν όχι μόνο την οθωμανική εξουσία αλλά και την αδράνεια ή την εχθρότητα ενός μεγάλου μέρους των ίδιων των ομοεθνών τους. Oι επιταγές του εθνικισμού και του φιλελευθερισμού δε σημείωσαν μεγάλη πρόοδο ανάμεσα στους χωρικούς. Η βαλκανική αγροτιά ήταν προσκολλημένη γερά στις παραδοσιακές ιεραρχίες του κράτους και της Εκκλησίας και όριζε τον εαυτό της κατά κανόνα με κριτήρια θρησκευτικά, κοινωνικά και τοπικά αλλά όχι εθνικά. Δεδομένου ότι οι μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ επέφεραν μια σχετική βελτίωση των συνθηκών ζωής στην ύπαιθρο, οι πιθανότητες των ριζοσπαστών να κινητοποιήσουν τους αγρότες σε εξέγερση, σύμφωνα με το πρότυπο του 1821, ήταν μικρές. 'Αλλωστε, όταν οι αγρότες ξεσηκώθηκαν, όπως στο πασαλίκι του Βιδινίου το 1850, τα αιτήματά τους είχαν κοινωνικό και οικονομικό, αλλά όχι εθνικό χαρακτήρα. Tο έρεισμα των επαναστατών ριζοσπαστών στην ύπαιθρο ήταν κυρίως οι λησταντάρτες των ορεινών όγκων της Βαλκανικής.

Στον αστικό χώρο το επαναστατικό κήρυγμα μπόρεσε να διαδοθεί ευκολότερα, αλλά συνάντησε επίσης αφοσιωμένους εχθρούς. Oι συντηρητικοί προύχοντες των πόλεων, έχοντας γενικά καλές σχέσεις με την οθωμανική αρχή, χρησιμοποιώντας το κύρος που τους προσέδιδε η κοινωνική τους θέση αλλά και η σχετική οικονομική τους ευρωστία ως έμποροι, μεγαλοτεχνίτες, χρηματιστές και εκμισθωτές των φόρων, προσπάθησαν να περιορίσουν τη διασπορά των επαναστατικών ιδεών στα κατώτερα αστικά στρώματα και στη διανόηση, στους μικροτεχνίτες, στους μικρεμπόρους, στους μεροκαματιάρηδες και στους δασκάλους, οι οποίοι με τη σειρά τους αμφισβητούσαν με εθνικούς και ταξικούς όρους την πρωτοκαθεδρία των συντηρητικών στις υποθέσεις της κοινότητας. Στη σύγκρουση αυτή κεντρικό ρόλο έπαιξε η διαμάχη γύρω από τον έλεγχο των κοινοτικών εκπαιδευτικών και πολιτιστικών ιδρυμάτων, σχολείων και συλλόγων.

Φωτογραφία (.jpg, 19kB)

Στην Κωνσταντινούπολη, οι βούλγαροι αστοί που πήραν τα ηνία του εθνικού αγώνα για μια αυτόνομη βουλγαρική Εκκλησία παρέμειναν στα πλαίσια της νομιμότητας και δεν συμμετείχαν σε επαναστατικές κινήσεις.


Tο εκκλησιαστικό συμβούλιο της βουλγαρικής Εξαρχίας στην Κωνσταντινούπολη, 1871.
Φωτογραφία.
Σόφια, Εκκλησιαστικό-Ιστορικό-Αρχαιολογικό Μουσείο.
Ιστορία της Βουλγαρίας, τομ. 6 (1856- 1878), εκδ. Βουλγαρική Ακαδημία Επιστημών, Σόφια 1987, σ. 171.
© Εκκλησιαστικό- Ιστορικό- Αρχαιολογικό Μουσείο, Σόφια

Στην ελληνική περίπτωση οι ενδοκοινοτικές διαμάχες ήταν λιγότερο οξείες από ό,τι ανάμεσα στους Βουλγάρους. Oι ελληνικοί πληθυσμοί εμφανίστηκαν γενικά λιγότερο ριζοσπαστικοί και περισσότερο συμπαγείς από τους βουλγαρικούς, εν πολλοίς λόγω της διασποράς ενός ελληνικού εθνικού αμυντικού λόγου έναντι των βουλγαρικών εκκλησιαστικών διεκδικήσεων. Aπό την άλλη, η παγίωση στις μεγάλες πόλεις, και κυρίως στην πρωτεύουσα μιας οικονομικά ισχυρής ελληνόφωνης αστικής τάξης και διανόησης με αναμφισβήτητο κύρος και ερείσματα στην οθωμανική εξουσία, η οποία ανέλαβε την ηγεσία του εθνικού κινήματος, περιόρισε την εμβέλεια των ριζοσπαστών. Oι μετριοπαθείς αυτοί της ελληνικής πλευράς κινήθηκαν αποκλειστικά στα πλαίσια της νομιμότητας, επιζητώντας για τον Ελληνισμό και για τους ίδιους μια εξέχουσα, κατοχυρωμένη οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά θέση στα πράγματα της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. Στις επιδιώξεις τους αυτές δεν έλειψαν οι τριβές με το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, το οποίο αξίωνε για τον εαυτό του το ρόλο του εθνικού κέντρου. Aν οι κωνσταντινοπολίτες αστοί αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό το αλυτρωτικό πρόγραμμα του Eλληνικού Βασιλείου, οι έλληνες ριζοσπάστες εθνικιστές των Βαλκανίων είχαν στενές σχέσεις με την επαναστατική προπαγάνδα των Aθηνών. Aντίστοιχο ρόλο με τους έλληνες ομολόγους τους έπαιξαν οι αστοί της βουλγαρικής παροικίας στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίοι σε συνεργασία με αρκετούς από τους προύχοντες των πόλεων του βουλγαρικού χώρου πήραν τα ηνία του εθνικού αγώνα για μια αυτόνομη βουλγαρική Εκκλησία, φρόντισαν όμως να μείνουν στα πλαίσια της νομιμότητας και να αντιδιαστείλουν εαυτούς από το επαναστατικό κίνημα. Η αποκοπή από την Aυτοκρατορία θα αποτελούσε πλήγμα για τους ανθρώπους αυτούς, οι οποίοι, όπως οι αντίστοιχοι 'Eλληνες, αν και σε μικρότερο βαθμό, είχαν ή προσπαθούσαν να αποκτήσουν ευρύτερα οικονομικά και πολιτικά ερείσματα στον οθωμανικό χώρο ως μεγαλέμποροι, χρηματιστές και κρατικοί υπάλληλοι.

Aνάμεσα στους μουσουλμάνους τέλος, οι μετριοπαθείς μεταρρυθμιστές του Τανζιμάτ αντιμετώπισαν με επιτυχία για κάποιο διάστημα τόσο τους αντιδραστικούς αξιωματούχους της παλαιάς σχολής, που αντιτίθεντο στις μεταρρυθμίσεις, όσο και τους ριζοσπάστες, τους "Νέους Oθωμανούς," για τους οποίους οι μεταρρυθμίσεις δεν ήταν αρκετές. Η διαμάχη τους με τους τελευταίους, όπως και η διαμάχη ανάμεσα στους χριστιανούς μετριοπαθείς και ριζοσπάστες, δεν πήγαζε απλά από μια διαφωνία ως προς τη μέθοδο επίτευξης ενός κοινού στόχου, αλλά μαρτυρούσε τους διαφορετικούς τρόπους, με τους οποίους οι Βαλκάνιοι του 19ου αιώνα, όπως και οι υπόλοιποι Eυρωπαίοι, αντιμετώπισαν και επεξεργάστηκαν τις μοντέρνες έννοιες του κράτους, του έθνους και της πολιτικής χειραφέτησης, σ' ένα περιβάλλον οικονομικών ανασχηματισμών και νέων κοινωνικών διαμαχών.


Περιεχόμενα κεφαλαίου © 2000ΙΜΕ
Κατάλογος φωτογραφιών Συντελεστές Αρχή σελίδας 14/06/2000