top

Παλυνολογία


Ο πλέον διαδεδομένος τρόπος προσδιορισμού της χλωρίδας κατά τη διάρκεια της μετάβασης από την Πλειστόκαινο στην Ολόκαινο είναι η μελέτη της γύρης της χλωρίδας μιας ευρύτερης περιοχής που εναποτέθηκε και διασώθηκε σε κατάλληλες συνθήκες διατήρησης οργανικών υλών, συνήθως σε λίμνη ή έλος. Η επιστήμη λέγεται παλυνολογία (παλύνω: πασπαλίζω) και βασίζεται στην απόσπαση καρότων (πυρηνοληψία) από λιμναίες και ελώδεις αποθέσεις, στη μελέτη και αναγνώριση των κόκκων γύρης που εμπεριέχονται σ’ αυτά και στη σύνταξη διαγραμμάτων γύρης που πληροφορούν για τη χλωρίδα της ευρύτερης περιοχής σε μεγάλες χρονικές κλίμακες.

Τα παλυνολογικά συμπεράσματα που αφορούν στη χλωρίδα του ελλαδικού χώρου στην ανώτερη Πλειστόκαινο προέρχονται από πυρηνοληψίες που έγιναν τα τελευταία 30 χρόνια στις περιοχές της Έδεσσας, των Φιλίππων, των Ιωαννίνων, της Χειμαδίτιδας, της Ξυνιάς και της Κωπαΐδας, ενώ αυτά που αφορούν στη χλωρίδα στις αρχές της Ολόκαινου προέρχονται επιπλέον από πυρήνες της Παραλίμνης Βοιωτίας, του Φράγχθι Ερμιονίδας και των Χανίων. Κατά την εξαγωγή συμπερασμάτων χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, αφού οι πληροφορίες που μας παρέχουν οι πυρηνοληψίες αυτές αφορούν μόνο την ευρύτερη ζώνη των περιοχών από τις οποίες αποσπάσθηκαν και δεν μπορούν να γενικευθούν για όλο το Αιγαίο. Επιπλέον, οι αλλαγές της γύρης που καταγράφονται αφορούν περιοχές παρόμοιου υψόμετρου με εκείνο της θέσης από την οποία πάρθηκαν τα καρότα και γι’ αυτό δε θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι αντιπροσωπευτικές χαμηλότερων υψομετρικά θέσεων.