top

Παγετώδης-Μεσοπαγετώδης


Κατά την κατώτερη Πλειστόκαινο, κυρίως στη διάρκεια των παγετώνων Guenz και Mindel, στον ελληνικό χώρο επικρατούσαν τροπικές συνθήκες σαβάνας. Κατά τη μέση Πλειστόκαινο και ιδιαίτερα στη διάρκεια της μεγάλης Μεσοπαγετώδους περιόδου, γνωστής ως Hoxnian, επικράτησαν ηπιότερες κλιματικές συνθήκες, ενώ μόνο προς το τέλος της περιόδου επανήλθαν οι συνθήκες Παγετώδους (παγετώνας Riss I και II, 180.000-130.000 π.σ.).

Η τελευταία μεγάλη περίοδος της Πλειστόκαινου (ανώτερη Πλειστόκαινος) αρχίζει με την προτελευταία Μεσοπαγετώδη (Eemian), κατά τη διάρκεια της οποίας επικράτησαν και πάλι συνθήκες πυκνής βλάστησης και υγρασίας. Ακολούθησε η τελευταία μεγάλη Παγετώδης (Wuerm, 130.000-10.000 π.σ.), με μέγιστη αύξηση των πάγων κατά το 18.000 π.σ. Με την έναρξη της αμέσως επόμενης γεωλογικής περιόδου, της Ολόκαινου (10.000 π.σ.), ξεκινά και η τελευταία Μεσοπαγετώδης, την οποία διανύουμε και σήμερα.

Η ονομασία των παγετώνων δόθηκε αρχικά από τους ερευνητές Penck και Bruckner (1909), οι οποίοι προκειμένου να περιγράψουν τους τέσσερις μεγάλους παγετώνες της Ευρώπης κατά την Tεταρτογενή γεωλογική περίοδο, δανείστηκαν τα ονόματα τεσσάρων μεγάλων ποταμών της περιοχής των ΒΔ Άλπεων (Guenz,Mindel,Riss και Wuerm), οι αποθέσεις των οποίων οφείλονταν σε κλιματολογικές αλλαγές των φάσεων Παγετώδους. Τα στάδια με θερμότερο κλίμα που μεσολαβούσαν μεταξύ δύο περιόδων Παγετώδους ονομάστηκαν Μεσοπαγετώδεις και καταγράφηκαν ως Guenz-Mindel, Mindel-Riss και Riss-Wuerm.

Σήμερα γνωρίζουμε ότι η διαδοχή των φάσεων αυτών ήταν πιο σύνθετη από το αρχικό σχήμα των Penck και Bruckner, που είχε περιορισμένη εφαρμογή στην περιοχή των Άλπεων. Η σύγχρονη μέθοδος χρονολόγησης των φάσεων της Πλειστόκαινου γίνεται με τη μελέτη των πυρήνων ιζημάτων βαθιών θαλασσών (deep sea cores), που εξάγονται από τα βάθη των ωκεανών με ειδικές αντλίες. Από αυτά, τα λεγόμενα πηλώδη (oozies) περιέχουν σκελετούς μικρών θαλάσσιων οργανισμών (π.χ. τα τρηματοφόρα, foraminifera), η μελέτη των οποίων παρέχει πληροφορίες για τις αλλαγές της θερμοκρασίας στην Πλειστόκαινο: δεδομένου ότι το κάθε είδος αναπτύσσεται σε διαφορετικές θερμοκρασίες, η αναγνώριση και η καταγραφή των ειδών σε κάθε στρώμα ιζήματος είναι δυνατόν να παρέχει πληροφορίες γύρω από τις θερμοκρασιακές μεταβολές κατά τη μακρά αυτή περίοδο. Επιπλέον η καταγραφή μεταβολών στα ποσοστά δύο ισότοπων οξυγόνου που εμπεριέχονται στο ανθρακικό ασβέστιο του σκελετικού υλικού των τρηματοφόρων δηλώνει επίσης αλλαγές στη θερμοκρασία κατά την εποχή που αυτά ζούσαν. Έτσι, σήμερα γνωρίζουμε ότι η εναλλαγή φάσεων ψυχρού και θερμού κλίματος κατά την Πλειστόκαινο ήταν πολύ πιο σύνθετη απ' ό,τι αρχικά αναμενόταν. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη στρωματογραφία των ισότοπων του πυρήνα V28-238 που πάρθηκε από τον Ειρηνικό Ωκεανό, η μέση Πλειστόκαινος (730.000-130.000 π.σ.) περιλάμβανε 7 στάδια Παγετώδους και 7 στάδια Μεσοπαγετώδους διαφορετικής διάρκειας.