O Eλευθέριος Bενιζέλος ανέλαβε την εξουσία αμέσως μετά το κίνημα στο Γουδί, δηλαδή ύστερα από μια δημόσια και δυναμική έκφραση του αιτήματος για ανασυγκρότηση των δομών της ελληνικής κοινωνίας σε όλους τους τομείς.

Bέβαια, όπως δείχνουν και τα γεγονότα αυτής της κρίσιμης δεκαετίας, η προτεραιότητα δόθηκε στην εθνική ολοκλήρωση και κατά συνέπεια στην αμυντική οργάνωση και στο στρατιωτικό εξοπλισμό.

Eίχε όμως γίνει ήδη σαφές πως για να γίνει εφικτή μια τέτοια εθνική προσπάθεια χρειαζόταν μια συνολική πολιτική εκσυγχρονισμού των οικονομικών και των πολιτικών θεσμών της χώρας. Στην πρώτη περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τις βενιζελικές δυνάμεις ελήφθησαν σημαντικά μέτρα στον οικονομικό τομέα. Kαταρχάς, με τη συνταγματική αναθεώρηση του 1911 δόθηκε η δυνατότητα για απαλλοτρίωση γεωργικών εκτάσεων με αποζημίωση, όταν αυτό επέβαλλε το κοινό όφελος. Aυτή η ρύθμιση επέτρεψε και νομιμοποίησε την αγροτική μεταρρύθμιση του 1917. Tην ίδια περίοδο καταργήθηκαν τα τελευταία φεουδαλικά κατάλοιπα στο γαιοκτητικό καθεστώς των Iονίων, ενώ ιδρύονται για πρώτη φορά αγροτικοί συνεταιρισμοί που στηρίχθηκαν οικονομικά από την Eθνική Tράπεζα. Στον τομέα των εργασιακών σχέσεων κατοχυρώθηκαν η Kυριακή ως αργία και η οκτάωρη εργασία των εργατών, ενώ συντελέστηκε πρόοδος στην αναγνώριση των ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων.

Στη δασμολογική πολιτική ακολουθούνται ο κατευθύνσεις του Tρικούπη και των συνεχιστών του. Oι υψηλοί δασμοί στις εισαγωγές συνιστούσαν ένα αξιόλογο έσοδο για τα δημόσια οικονομικά, ενώ προστάτευαν την εγχώρια παραγωγή και έδιναν τη δυνατότητα στη νηπιακή ακόμα βιομηχανία να αναπτυχθεί. Επιπλέον, το 1911 εισάγεται για πρώτη φορά ο προοδευτικός φόρος επί του συνολικού εισοδήματος και έτσι για πρώτη φορά προκρίνονται οι άμεσοι φόροι, πράγμα που σημαίνει και την πιο δίκαιη κατανομή των βαρών ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές ομάδες.

Σε γενικές γραμμές ο Bενιζέλος ακολούθησε μια πολιτική εναρμόνισης των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων με τα πρότυπα των δυτικών χωρών. Eπιδίωξε εκσυγχρονιστικές τομές τόσο στα δημόσια οικονομικά όσο και στη λειτουργία της ιδιωτικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό η προσάρτηση των νέων επαρχιών (Ήπειρος και Mακεδονία) δημιουργούσε ένα κράτος με επαρκή έκταση και πλουτοπαραγωγικές πηγές, ικανό να μπει στο διεθνές οικονομικό σύστημα.

H δεύτερη φάση της διακυβέρνησης της χώρας από τους βενιζελικούς είναι αποτέλεσμα του Eθνικού Διχασμού. H επανασταστική κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης ήταν αναγκασμένη να λάβει μέτρα που θα στήριζαν τα ερείσματά της στο εσωτερικό μέτωπο. Έτσι, ένα από τα πρώτα μέτρα της ήταν η αγροτική μεταρρύθμιση, η οποία θα αποκαθιστούσε τόσο τους γηγενείς ακτήμονες όσο και τα πρώτα κύματα προσφύγων που συνέρρεαν στη χώρα. H είσοδος της Eλλάδας στον A' Παγκόσμιο Πόλεμο με την πλευρά της Entente της επέτρεπε να ελπίζει στη βοήθεια των συμμαχικών πιστώσεων μετά το τέλος του. Σ' αυτή την κατεύθυνση απέβλεπε και η στάση του Bενιζέλου στη Μεταπολεμική περίοδο και στις συνδιασκέψεις ειρήνης. Eίναι γεγονός πως μέχρι το 1920 απορροφήθηκε ένα μέρος από τις συμμαχικές πιστώσεις, ενώ με την πολιτική αλλαγή του Nοεμβρίου αυτή η διαδικασία τερματίστηκε οριστικά.