Χαρακτηριστική κίνηση της περιόδου των Κομνηνών και των Αγγέλων, που εμφανίζεται για πρώτη φορά στο ιστορικό προσκήνιο, αποτελούν οι Σταυροφορίες. 'Aγνωστη στους Βυζαντινούς η ιδέα της πανχριστιανικής εκστρατείας κατά των απίστων, τους έφερε σε επαφή με τους δυτικούς θεσμούς και ήθη, ενώ η δημιουργία λατινικών κρατιδίων στην Ανατολή επηρέασε αναμφίβολα τις σχέσεις του Βυζαντίου με τα δυτικά κράτη. Για τα πραγματικά κίνητρα των Σταυροφόρων έχουν ειπωθεί πολλά, κυρίως από ιστορικούς της Δύσης. Εκτός από το θρησκευτικό χαρακτήρα τους πρέπει να ειδωθούν και ως μέρος των επεκτατικών τάσεων της δυτικής Ευρώπης τον 11ο-13ο αιώνα.

Πιο πετυχημένη από όλες θεωρείται η Α' Σταυροφορία (1096-1099). Aρχηγοί της ήταν δυτικοί ιππότες και φεουδάρχες. Οι σταυροφόροι, που κατέλαβαν διαδοχικά τη Νίκαια (1097), την Αντιόχεια (1098) και την Ιερουσαλήμ (1099), μπορούσαν να καυχηθούν ότι απέδωσαν στους χριστιανούς τους Αγίους Τόπους και ότι βοήθησαν τους Βυζαντινούς να ανακαταλάβουν μέρος της Μικράς Ασίας. Η πτώση της Έδεσσας στους Τούρκους το 1144 και η κατάληψη της Ιερουσαλήμ από το σουλτάνο της Αιγύπτου Σαλαδίν το 1187 ήταν τα γεγονότα που προκάλεσαν τη Β' και Γ' Σταυροφορία αντίστοιχα. Παρόλο που ήταν καλύτερα οργανωμένες από την πρώτη και οι ηγέτες τους ήταν δυτικοί βασιλείς, οι σταυροφορίες αυτές δεν κατέληξαν σε επιτυχία, ενώ επέτειναν την υποβόσκουσα αντιπάθεια και καχυποψία μεταξύ Βυζαντινών και Δυτικών. Οι τελευταίοι δε δυσκολεύτηκαν έτσι, με την παρέκκλιση της Δ' Σταυροφορίας από τον κύριο στόχο της, την ανάκτηση δηλαδή των Αγίων Τόπων, να στραφούν εναντίον της ίδιας της βυζαντινής πρωτεύουσας, την οποία και κατέλαβαν το 1204. Το γεγονός ότι η Πόλη καταλήφθηκε με τη βοήθεια των Βενετών δείχνει οπωσδήποτε την κυριαρχική θέση των Ιταλών στην ανατολική Μεσόγειο, την οποία διατήρησαν και μετά την ανάκτησή της από τους Βυζαντινούς το 1261.