Βασικό χαρακτηριστικό της βυζαντινής κοινωνίας σε όλη την περίοδο της ιστορίας της, εκτός από την ανισότητα, υπήρξε η κινητικότητα, καθώς κύριο κριτήριο για τη διάκριση σε τάξεις ήταν πάντα ο πλούτος με συνέπεια το πέρασμα από τη μια τάξη στην άλλη να είναι εφικτό. Η "Νεαρά" του Βασιλείου Β' (976-1025), το 996, δίνει ένα παράδειγμα αδύνατου που έγινε δυνατός.
Ο Φιλοκάλης λοιπόν ήταν ένας φτωχός και ειρηνικός χωρικός που εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις του προς το κράτος, όπως και τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας στην οποία ανήκε. Με τον καιρό όμως απέκτησε αξιώματα και, όταν έγινε πρωτοσπαθάριος, πήρε σταδιακά την κυριότητα όλης της κοινότητας. Ο αυτοκράτορας, επιθυμώντας να απομακρύνει από την αγροτική κοινότητα τον κίνδυνο που προερχόταν από τους αδύνατους που έγιναν δυνατοί, κατέστρεψε από τα θεμέλια όλα τα πολυτελή κτήρια του Φιλοκάλη και τον επανέφερε στην κατάσταση του απλού χωρικού, αφήνοντάς του μόνον όση γη κατείχε αρχικά και επιστρέφοντας στους αδύνατους ό,τι τους ανήκε.
Παρά το γεγονός ότι ένας αδύνατος μπορούσε να γίνει δυνατός ή το αντίθετο, ο κανόνας ήθελε τους Bυζαντινούς να γεννιούνται δυνατοί ή αδύνατοι οικονομικά και να πεθαίνουν στην ίδια κατάσταση, οι τελευταίοι μάλιστα μετά από μια ζωή σκληρών μόχθων.