Ο νέος θεσμός που έκανε την εμφάνισή του την εποχή των Κομνηνών ήταν ο θεσμός της πρόνοιας. Το παλιότερο έγγραφο στο οποίο αναφέρεται ο θεσμός είναι του 1162 και προέρχεται από τη Μονή της Λαύρας. Σε αυτό γίνεται αναφορά σε τρεις στρατιώτες οι οποίοι "είχον εις πρόνοιαν" μια έκταση γης. Οι όροι που συναντούμε στις πηγές είναι πρόνοια και οικονομία. Πρόκειται για την εκχώρηση γης και των απαραίτητων καλλιεργητών, σε στρατιώτες αρχικά, έναντι παροχής υπηρεσιών προς το κράτος. Εισηγητής πρέπει να ήταν ο Αλέξιος Α' Κομνηνός (1081-1118). Τόσο ο Αλέξιος όσο και ο Ιωάννης Β΄ Κομνηνός (1118-1143) έδωσαν πολύ περιορισμένο αριθμό στρατιωτικών προνοιών. Εκείνος που γενίκευσε το θεσμό ως μέσο στρατολόγησης ήταν ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός (1143-1180), σύμφωνα και με το Νικήτα Χωνιάτη, που περιγράφει τα μέτρα που έλαβε ο αυτοκράτορας για την αναδιοργάνωση του στρατού.
Δικαιούχοι ήταν λοιπόν σε μεγάλο ποσοστό στρατιώτες, οι οποίοι έπαιρναν για τη στρατολόγησή τους, αντί για στρατιωτικό μισθό, πλούσια καλλιεργήσιμη γη και φορολογούμενους στην υπηρεσία τους, ως παροίκους.
Οι πάροικοι ήταν αναπόσπαστο στοιχείο μιας πρόνοιας, η οποία αρχικά είχε στρατιωτικό χαρακτήρα και αιτία για την εισαγωγή της ήταν η ανάγκη να καλυφθούν τα στρατιωτικά έξοδα σε μια περίοδο που το κρατικό ταμείο είχε σοβαρά ελλείμματα αλλά και αυξημένες στρατιωτικές ανάγκες. Για τις σχέσεις προνοιαρίων (κάτοχων πρόνοιας) και παροίκων (καλλιεργητών της γης) αλλά και για τη φύση του θεσμού στα πρώτα του στάδια, έχουμε ελάχιστες πληροφορίες. Οι πληροφορίες προέρχονται από μεταγενέστερα έγγραφα. Από αυτές ωστόσο τις πηγές συμπεραίνουμε ότι η πρόνοια δινόταν σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο για τη διάρκεια της ζωής του.
Στους μετέπειτα αιώνες η λειτουργία του θεσμού υπέστη μεταβολές και επεκτάθηκε και σε άλλα πρόσωπα της πολιτικής και εκκλησιαστικής ζωής.