Η ηπειρωτική Ελλάδα, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, υπέφερε ήδη από σοβαρά οικονομικά προβλήματα που σταδιακά εντείνονταν. Αυτό κυρίως οφειλόταν στην ευρεία πλέον εμπορική χρήση της Μεσογείου και στη διάθεση φθηνότερου εισαγόμενου ελαιόλαδου και κρασιού -των δύο βασικών προϊόντων που εξήγαν οι ελληνικές πόλεις- σε σύγκριση με εκείνα που παράγονταν τοπικά.
Ο περιηγητής Στράβων περιέγραψε την Αρκαδία, τη Μεσσηνία και τη Λακωνία ως περιοχές των οποίων ο πληθυσμός είχε μειωθεί, κάποιες μάλιστα και ως ερημωμένες περιοχές. Η άποψή του όμως αυτή, διαμορφωμένη σε σύγκριση πάντα με την ευημερία που επικρατούσε στις ελληνικές περιοχές την Κλασική και Ελληνιστική περίοδο, θεωρείται υπερβολική. H αρχαιολογική έρευνα έχει δείξει ότι, ενώ ο πληθυσμός στις αγροτικές περιοχές φανερώς μειώθηκε, στις πόλεις συνεχώς αυξανόταν.

Η άμεση μεσολάβηση της Ρώμης στην ίδρυση αποικιών και στην επανίδρυση πόλεων στην ελληνική επικράτεια, σίγουρα ώθησε την τοπική οικονομία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Κορίνθου, όπου η εγκατάσταση κατοίκων άρχισε από τον καιρό του Ιούλιου Καίσαρα το 44 π.Χ., και της Πάτρας που ιδρύθηκε από τον Αύγουστο το 14 μ.Χ. Το ίδιο συνέβη και με την αναπτυσσόμενη Νικόπολη, κοντά στο Άκτιο, η οποία ιδρύθηκε από τον Αύγουστο και κατοικήθηκε από τον πληθυσμό που μεταφέρθηκε εκεί από τις γύρω περιοχές.
’λλες πόλεις, πάλι, ένδοξες όπως η Αθήνα, συχνά υποστηρίζονταν με αυτοκρατορικές χρηματικές δωρεές στο όνομα του λαμπρού παρελθόντος τους.
Ωστόσο, δεν έλειπαν και οι εκδηλώσεις δυσαρέσκειας που ξέσπασαν σε αρκετές πόλεις κυρίως στις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι η Θεσσαλία τιμωρήθηκε για τέτοιου είδους εκδηλώσεις χάνοντας κάποια στιγμή το δικαίωμά της να είναι ελεύθερη περιοχή.

Σε γενικές γραμμές, οι περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας -από οικονομικής άποψης πάντα- παρέμειναν στο περιθώριο. Αυτό εν μέρει συνέβη, επειδή και από στρατηγικής σημασίας ήταν υποδεέστερες. Δεν μπορούσαν επομένως να ωφεληθούν από τα αυτοκρατορικά κονδύλια που διατίθεντο για τη συντήρηση των ρωμαϊκών λεγεώνων στις διάφορες επαρχίες. Οι κοντινότερες λεγεώνες στα ελληνικά εδάφη ήταν σταθμευμένες στη Μοισία (βόρεια και δυτικά της Θράκης και της Μακεδονίας).
Όσον αφορά τις πόλεις της Μικράς Ασίας, αυτές βρίσκονταν σε σαφώς καλύτερη οικονομική κατάσταση από εκείνες της κυρίως Ελλάδας. Την εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας προσαρμόστηκαν ευκολότερα στη φορολογική πολιτική της Ρώμης, αντιμετωπίζοντας έτσι τα λιγότερα δυνατά προβλήματα. Οι περισσότεροι εξάλλου έλληνες αριστοκράτες -μέλη της ρωμαϊκής Συγκλήτου- προέρχονταν από τις περιοχές της Μικράς Ασίας.

Θα μπορούσε, τελικά, να ειπωθεί ότι σε γενικές γραμμές οι ελληνικές πόλεις αναπτύχθηκαν και ότι σε ορισμένα μέρη η γη περιείλθε στην κατοχή ενός μικρού αριθμού πλουσίων. Αντίθετα, οι περιοχές που βρίσκονταν μακριά από τα μεγάλα κέντρα -όπως για παράδειγμα η Εύβοια που τα κοιτάσματα χαλκού της είχαν πλέον εξαντληθεί- υπέστησαν μία σοβαρή μείωση του πληθυσμού τους και έναν γενικότερο μαρασμό.


| ΕΠΑΡΧΙΕΣ | ΑΣΙΑ | ΡΩΜΗ | ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ |

Πατώντας τη μικρή φωτογραφία εμφανίζεται αριστερά η μεγέθυνσή της.