Στην Ιλιάδα (Ι 443) ο παιδαγωγός Φοίνικας αναφέρει ότι ο Πηλέας ανέθεσε σ' αυτόν την αγωγή του γιου του Αχιλλέα, αρχηγού των Μυρμιδόνων, ώστε να γίνει "ικανός στο λόγο και στα έργα άξιος". Από τα χρόνια εκείνα λοιπόν θεωρούσαν προσόν τη δυνατότητα να πείθει κάποιος με το λόγο του μια ομάδα ανθρώπων. Στους ιστορικούς χρόνους ως παραδείγματα ανθρώπων που έπεισαν τους Αθηναίους να υιοθετήσουν την άποψή τους μπορούμε να αναφέρουμε το Σόλωνα (κατάληψη της Σαλαμίνας), το Θεμιστοκλή (δημιουργία στόλου), τον Περικλή (γενικά, ακόμη και μεταστροφή της στάσης των συμπολιτών προς το πρόσωπό του).

Ρητορική τέχνη είναι η συστηματική καλλιέργεια της ικανότητας του ανθρώπου να αγορεύει. Υπαγορεύεται από κανόνες και χρειάζεται δασκάλους και συγγράμματα. Η ανάπτυξή της προϋποθέτει τόσο την ελευθερία του λόγου όσο και την ανάγκη έκφρασης απόψεων μπροστά σε κοινό. Αυτές οι συνθήκες υπήρχαν στη δημοκρατική Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ., οπότε και παρατηρείται έντονη κινητικότητα σε αυτόν τον τομέα παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι εκπρόσωποι του είδους δεν κατάγονταν από την Αθήνα.

Ο Κόραξ από τις Συρακούσες είναι αυτός που έδωσε πρώτος τον ορισμό της ρητορικής, χαρακτηρίζοντάς την ως τέχνη "πειθούς δημιουργόν", και κατά την παράδοση έγραψε το πρώτο συστηματικό εγχειρίδιο ρητορικής μαζί με τον επίσης συρακούσιο Τεισία.

Στην Αθήνα, τόσο τα δικαστήρια όσο και η Εκκλησία του δήμου όχι μόνον έδιναν την ευκαιρία, αλλά και απαιτούσαν από τους πολίτες να εκφράζουν τις απόψεις τους. Όμως ο χρόνος ομιλίας και τα θέματα ήταν καθορισμένα, οπότε υπήρχε η ανάγκη της προετοιμασίας του λόγου που θα εκφωνούσε ο ομιλητής. Έτσι αρχίζουν να γίνονται περιζήτητοι οι ειδικοί επαγγελματίες δάσκαλοι της ρητορικής. Πρόκειται για τους σοφιστές, οι οποίοι υπόσχονταν ότι μπορούσαν να βοηθήσουν τους μαθητές τους να επιβληθούν στην κοινωνία. Από την ομάδα των σοφιστών προήλθαν οι πρώτοι επαγγελματίες ρήτορες, οι οποίοι έπαιρναν χρήματα διδάσκοντας την τέχνη τους ή διαθέτοντας τα προϊόντα της. Γνωστός ρητοροδιδάσκαλος ήταν ο Ισοκράτης, σημαντικός λογογράφος ο Λυσίας.

Είναι σαφές ότι, από τη στιγμή που πληρώνονταν δίδακτρα για τα μαθήματα της ρητορικής, μόνον οι πλούσιοι είχαν την πολυτέλεια τέτοιας παιδείας. Οι οικονομικά ασθενέστεροι ή έπρεπε να έχουν πηγαίο ταλέντο πειθούς ή δεν έπαιρναν το λόγο συντασσόμενοι απλώς με τη μία ή την άλλη άποψη.

Ανάλογα με το περιεχόμενο και το σκοπό τους οι λόγοι κατατάχτηκαν από τον Αριστοτέλη σε δικανικούς, που σχετίζονταν με δικαστικές υποθέσεις, προτρεπτικούς ή συμβουλευτικούς, όσοι εκφωνούνταν κυρίως στη Βουλή και την Εκκλησία του δήμου, και επιδεικτικούς, που εκφωνούνταν με αφορμή κοινωνικά γεγονότα, όπως γιορτές, κηδείες, κλπ. Aυτή η κατάταξη των ρητορικών λόγων έχει γίνει με βάση το κύριο περιεχόμενό τους, αλλά πολλοί από τους λόγους που κατατάσσονται στους επιδεικτικούς ή τους δικανικούς περιέχουν πολιτικές απόψεις των συγγραφέων τους.

Οι φιλόλογοι της Αλεξανδρινής εποχής κατάρτισαν πίνακα με τα ονόματα δέκα ρητόρων, τα έργα των οποίων αποτελούσαν κατά την άποψή τους υποδείγματα της ρητορικής τέχνης. Πρόκειται για τον κανόνα των 10 αττικών ρητόρων:
Αντιφών ο Ραμνούσιος (480/70-410), Aνδοκίδης ο Αθηναίος (440/391), Λυσίας ο Αθηναίος (445-380), Ισαίος ο Χαλκιδεύς (420-α' μισό 4ου αιώνα), Ισοκράτης ο Αθηναίος (436-338/7), Υπερείδης ο Αθηναίος (390-322), Λυκούργος ο Αθηναίος (390-324), Αισχίνης ο Αθηναίος (390-330), Δημοσθένης ο Aθηναίος (385/4-322), Δείναρχος ο Κορίνθιος (320-292). Στο σημείο αυτό δεν πρέπει να παραλειφθεί η αναφορά στις δημηγορίες της Ιστορίας του Θουκυδίδη, που αποτελούν δείγμα πολιτικών λόγων με εξαίρεση τον Επιτάφιο, ο οποίος ανήκει στους επιδεικτικούς.


| εισαγωγή | τέχνες | γράμματα | εκπαίδευση | θρησκεία | Κλασική Εποχή

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες μπορείτε να δείτε αυτές σε μεγέθυνση, καθώς και τις επεξηγήσεις τους.
Οι υπογραμμισμένες παραπομπές (links) οδηγούν σε σχετικά με αυτές κείμενα, ενώ οι μη υπογραμμισμένες αποτελούν επεξηγηματικό γλωσσάρι.