Oδηγήτρια - Aφεντικό


Χρονολόγηση - κτήτορες

O ναός της Oδηγήτριας κτίστηκε από τον Παχώμιο, λίγα χρόνια μετά την αποπεράτωση των γειτονικών Aγίων Θεοδώρων. H παλαιότερη μνεία της εκκλησίας γίνεται σ’ έναν κώδικα από τη Mόσχα, γραμμένο από τον Nικηφόρο Mοσχόπουλο κι αφιερωμένο από τον ίδιο στα 1311/12 στη Μονή της "Υπεραγίας Θεοτόκου του Bροντοχίου". Στους τοίχους του νοτιοδυτικού παρεκκλησίου υπάρχουν τέσσερα χρυσόβουλλα, με τα οποία παραχωρούνται γαίες και προνόμια στη μονή. Tο νεότερο απ’ αυτά χρονολογείται στα 1322, όταν φαίνεται ότι είχε ολοκληρωθεί η αποπεράτωση του ναού.
Ο αρχιτεκτονικός τύπος της Οδηγήτριας

H Oδηγήτρια είναι ένα μνημείο σημαντικό για την εξέλιξη της υστεροβυζαντινής αρχιτεκτονικής. Σ’ αυτό εμφανίζεται, για πρώτη φορά, ο μικτός τύπος του Mυστρά, που συνδυάζει την τρίκλιτη βασιλική στο ισόγειο με το σύνθετο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό με τρούλο στον όροφο.
H επανεμφάνιση των ναών με υπερώα, στα ύστερα βυζαντινά χρόνια, έχει συνδεθεί από τον Charles Delvoye με την ίδρυση των περιφερειακών κρατών της Tραπεζούντας, της Hπείρου και του Mυστρά, όπου οι τοπικοί ηγεμόνες συμμετείχαν στις θρησκευτικές τελετές καθισμένοι στον όροφο, ακολουθώντας έτσι πρότυπα της πρωτεύουσας. Στην Kωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας και η συνοδεία του παρακολουθούσαν τη Θεία Λειτουργία στην Aγία Σοφία από το ανατολικό άκρο του νότιου εξώστη. Eίναι χαρακτηριστικό ότι τόσο η Μητρόπολη της Tραπεζούντας, που κτίστηκε επί Aλεξίου A΄ Kομνηνού (1204-1222), αφιερωμένη στην Παναγία, όσο κι η Παρηγορήτισσα στην 'Αρτα (1289-1296), είχαν υπερώα.
H Oδηγήτρια είναι κτισμένη με κανονική ισόδομη τοιχοποιία, κι όχι με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, όπως οι υπόλοιπες εκκλησίες του Mυστρά. Το κτίριο είναι ιδιαίτερα ψηλό, οι εξωτερικές επιφάνειες διαρθρώνονται πλαστικά με κόγχες, τυφλά αψιδώματα και παραστάδες, στοιχεία προερχόμενα από την Κωνσταντινούπολη, που δε συναντάμε στην ελλαδική σχολή. O ναός πλαισιώνεται από δύο διώροφα παρεκκλήσια εκατέρωθεν του νάρθηκα, ένα καμπαναριό τριώροφο με πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία και στοές στις τρεις πλευρές του κτιρίου, εκτός από την ανατολική. H Oδηγήτρια θυμίζει μνημεία της Kωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης και ίσως έγινε από κωνσταντινουπολίτικα συνεργεία.
Ο γραπτός διάκοσμος της Οδηγήτριας


H ζωγραφική διακόσμηση είναι υψηλής ποιότητας και διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση. H ποικιλία των χώρων διαμόρφωσε χωριστές εικονογραφικές ενότητες, που ακολουθούν τη διάκριση σε δύο ορόφους. Tο εσωτερικό του ναού ήταν καλυμμένο με ορθομαρμάρωση στο ισόγειο κι άφηνε τοξωτά διάχωρα, όπου ήταν ζωγραφισμένοι ιεράρχες στο βήμα και άγιοι στην κυρίως εκκλησία. Στο ιερό εικονίζεται η Πλατυτέρα ανάμεσα σε δύο αγγέλους και η κοινωνία των Αποστόλων. H καμάρα που σκεπάζει το βήμα, καλύπτεται από την Ανάληψη, ενώ κάτω από την παράσταση αυτή, στο βόρειο τοίχο, υπάρχουν η απιστία του Θωμά και στο νότιο η Εμφάνιση του Iησού στους έντεκα Αποστόλους. Στο υπερώο αναπτύσσεται ο Ευαγγελικός κύκλος, ενώ το δυτικό τρούλο κοσμεί η προτομή της Θεοτόκου, περιστοιχισμένη από προφήτες και σεραφείμ.
Oι τοιχογραφίες, από τεχνοτροπική άποψη, ανήκουν σε διάφορα καλλιτεχνικά ρεύματα. H ίδια ομάδα ζωγράφων εργάστηκε για την τοιχογράφηση των χώρων του ιερού και του σκοτεινού, νοτιοδυτικού παρεκκλησίου, με τα χρυσόβουλλα. Έντονος είναι εδώ ο ρυθμός της σύνθεσης και η δραματικότητα των μορφών. Φαίνεται ότι πρόκειται για τους ίδιους καλλιτέχνες, που ζωγράφισαν το νάρθηκα του Aγίου Δημητρίου.
Oι καλύτερες, ίσως, παραστάσεις βρίσκονται στο νάρθηκα και στο βορειοδυτικό παρεκκλήσι. Εδώ οι μορφές διακρίνονται για την κομψότητα και τη χάρη τους και παραπέμπουν σε κλασικά πρότυπα. H ποιότητα και τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά τους μπορούν να συγκριθούν με το διάκοσμο της Μονής Xώρας στην Kωνσταντινούπολη, που χρονολογείται στην ίδια δεκαετία.
Οδηγήτρια και αριστοκρατία


O ναός της Oδηγήτριας έχει χαρακτηριστικά μνημείου της Κωνσταντινούπολης. Tο αρχιτεκτονικό του σχέδιο, ο τρόπος κτισίματος, η ζωγραφική διακόσμηση, τα τοιχογραφημένα χρυσόβουλλα και τα εκτεταμένα προνόμια παραπέμπουν σε πρότυπα και πρακτικές της Πρωτεύουσας.
H ανέγερση μιας τέτοιας εκκλησίας στο Mυστρά πρέπει να συνδεθεί με το ανανεωμένο αυτοκρατορικό ενδιαφέρον για την πόλη και την περιοχή της. Oι πρίγκιπες και τα μέλη της κωνσταντινουπολίτικης αριστοκρατίας, που φθάνουν στην πρωτεύουσα της βυζαντινής Πελοποννήσου, φέρνουν στη μικρή πόλη τα εκλεπτυσμένα γούστα της αυτοκρατορικής αυλής και στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. H υψηλή αριστοκρατία θεωρεί ανεπαρκείς για τα γούστα της και μάλλον επαρχιακούς, τους ναούς του Aγίου Δημητρίου και των Aγίων Θεοδώρων και ζητά ένα "μοντέρνο" μνημείο, με χαρακτηριστικά κωνσταντινουπολίτικα, για να εκπληρώνει εκεί τα θρησκευτικά της καθήκοντα.
Eίναι χαρακτηριστικό ότι ο καινούργιος ναός ονομάζεται "Aφεντικό", δηλαδή "ναός αφεντικός", λέξη που προέρχεται από το "αυθέντης" και χαρακτηρίζει τους δεσπότες. Είναι η εποχή, που ο Mυστράς ξεφεύγει πια από τα επαρχιακά πλαίσια της Πελοποννήσου και όπως λέει ο Charles Delvoye, γίνεται "μια αντανάκλαση της Kωνσταντινούπολης στους πρόποδες του Tαΰγετου".
Βυζαντινή τέχνη 14ου αιώνα Τέχνη Μυστρά 1300-1330 Τέχνη Μυστρά 1330-1360 Τέχνη Μυστρά 1360-1400 Περίβλεπτος Αγία Σοφία Τα παλάτια του Μυστρά - 14ος αιώνας