Ο ΧΩΡΟΣ ΤΟΥ ΜΥΣΤΡΑ
(13ος ΑΙΩΝΑΣ)

Η ίδρυση της πόλης του Μυστρά



Η ιστορία του Μυστρά ξεκινά στα 1249, όταν o Φράγκος πρίγκιπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος έκτισε κάστρο στην κορυφή ενός λόφου, στην κοιλάδα του Ευρώτα. Ο λόφος ήταν γνωστός ως Μυζιθράς, καθώς το κωνικό σχήμα του θύμιζε στους ανθρώπους της περιοχής το ομώνυμο τυρί. Η σύντμηση του ονόματος οδήγησε αργότερα στο όνομα Μυστράς. Ο λόφος ήταν ακατοίκητος αλλά στην κορυφή του υπήρχε ένα μικρό παρεκκλήσι, αφιερωμένο μάλλον στον προφήτη Ηλία.
Η τοποθεσία είχε μεγάλη στρατηγική σημασία. Στην οροσειρά του Ταΰγετου κατοικούσε η σλαβική φυλή των Μηλιγγών, που φαίνεται ότι διατηρούσε σημαντική αυτονομία απέναντι στο φραγκικό πριγκιπάτο της Αχαΐας. Το παλάτι του Βιλλεαρδουίνου βρισκόταν στη Λακεδαιμονία, τέσσερα μόλις μίλια βορειοανατολικά του Μυστρά και του Ταΰγετου, δηλαδή επικίνδυνα κοντά στους ατίθασους Μηλιγγούς. Ο κύριος ρόλος του νέου κάστρου ήταν η προστασία της πρωτεύουσας του πριγκιπάτου, αλλά και ο έλεγχος του μοναδικού δρόμου που διέσχιζε τον Ταΰγετο από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Ο δρόμος από την Καλαμάτα, που περνούσε από το στενό του Λαγκαδά -το μόνο πέρασμα που ήταν κατάλληλο για το ιππικό, από τη μια πλευρά της οροσειράς στην άλλη- κατέληγε στην πεδιάδα, λίγο βορειότερα και σε μικρή απόσταση από τους πρόποδες του λόφου του Μυζιθρά.
Η μάχη της Πελαγονίας

Τ ο κάστρο του Μυστρά δεν έμεινε για πολύ στα χέρια των Φράγκων. Η τύχη του κρίθηκε, σε μια μάχη που έγινε στη βόρεια Μακεδονία το καλοκαίρι του 1259. Εκεί, στην πεδιάδα της Πελαγονίας, κοντά στο Μοναστήρι, ένας στρατός της αυτοκρατορίας της Νίκαιας, αποτελούμενος από Μικρασιάτες στρατιώτες και μισθοφόρους ιππείς, Γερμανούς, Τούρκους και Κουμάνους από τις ευρασιατικές στέππες, συνέτριψε το στρατό μιας ετερόκλητης συμμαχίας που είχε γίνει ανάμεσα στο δεσποτάτο της Ηπείρου, το φραγκικό κράτος της Αχαΐας και το Γερμανό Manfred Hohenstaufen, βασιλιά της Σικελίας. Η νίκη αυτή άνοιξε το δρόμο στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο για την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης, που ήταν ακόμα υπό λατινικό έλεγχο και για την επανίδρυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η μάχη της Πελαγονίας ήταν καταστροφική για τη λατινική αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης, αλλά και για το πριγκιπάτο της Αχαΐας. Ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος αιχμαλωτίστηκε στο πεδίο της μάχης κι απελευθερώθηκε μόλις το 1262. Ως λύτρα για την απελευθέρωση του ζητήθηκαν τρία πελοποννησιακά κάστρα, τα οποία και παραχωρήθηκαν στους Βυζαντινούς. Τα κάστρα ήταν η Μονεμβασιά, η Μάινα στην περιοχή της Μάνης κι ο Μυστράς. Σ' αυτά προστέθηκε σύντομα και το Γεράκι, που ο Φράγκος άρχοντάς του το παραχώρησε στους Βυζαντινούς, πιθανόν με αντάλλαγμα ένα σημαντικό χρηματικό ποσό.
Μυστράς (1262-1300)



Ο Μυστράς, στα 1262, βρισκόταν στην περιφέρεια του μικρού βυζαντινού προγεφυρώματος. Το σημαντικότερο κέντρο ήταν η Μονεμβασιά, εμπορικό λιμάνι που επικοινωνούσε εύκολα με την Κωνσταντινούπολη και σ' αυτό εγκαταστάθηκε ο διοικητής, η "κεφαλή", της νέας επαρχίας. Ο Μυστράς ήταν ακόμα ένα μεθοριακό φυλάκιο μέσα σε εδάφη που έλεγχαν οι Φράγκοι. Το κάστρο του Μυστρά, παρ' όλα αυτά, αναπτύχθηκε γρήγορα σε αστικό κέντρο. Οι ορθόδοξοι χριστιανοί κάτοικοι της Λακεδαιμονίας άρχισαν να εγκαταλείπουν την πόλη τους για τον Μυστρά, προτιμώντας την εξουσία ενός ομόδοξου διοικητή που τους έδινε τη δυνατότητα να τελούν τη χριστιανική λειτουργία σύμφωνα με το τυπικό της Ανατολικής Εκκλησίας. Η τοποθεσία δεν ήταν ιδιαίτερα κατάλληλη για την ανάπτυξη μιας πόλης. Ο λόφος είχε απότομες πλαγιές και υπήρχαν ελάχιστα επίπεδα σημεία. Το νερό όμως ήταν άφθονο, καθώς υπήρχαν πηγές στη δυτική πλαγιά του λόφου κι οι βροχοπτώσεις ήταν συχνές.
Ο λόφος όταν ήρθαν οι Βυζαντινοί, δεν είχε άλλα κτίσματα εκτός από το φρούριο στην κορυφή και λίγα σπίτια χαμηλότερα, όπου μάλλον κατοικούσαν οι οικογένειες της φρουράς. Ένα σχετικά ευρύχωρο πλάτωμα υπήρχε στη μέση της ανατολικής πλαγιάς του λόφου κι εκεί οι Φράγκοι είχαν κτίσει ένα μεγάλο κτίριο. Ίσως εδώ να έμενε ο διοικητής της φρουράς -όταν η παρουσία του δεν ήταν απαραίτητη στο κάστρο- και η οικογένεια του. Στο χώρο αυτό θα κτισθεί αργότερα το συγκρότημα των βυζαντινών παλατιών.
Οι έποικοι, που φθάνουν από τη Λακεδαιμονία, κτίζουν τα σπίτια τους στους βορειοανατολικούς πρόποδες του λόφου που ήταν κατάλληλοι για την ανάπτυξη ενός οικιστικού συνόλου. Εδώ κτίσθηκαν από ανθρώπους της τοπικής Εκκλησίας οι παλαιότεροι ναοί της πόλης, η Μητρόπολη, αφιερωμένη στον 'Αγιο Δημήτριο και οι 'Αγιοι Θεόδωροι.
Η τριμερής διαίρεση της πόλης του Mυστρά

Ο ι συχνές εχθροπραξίες με τους Φράγκους, που ελέγχουν την κοιλάδα του Ευρώτα ως το 1270 περίπου, επέβαλλαν την τείχιση του οικισμού. Από το κάστρο στην κορυφή του λόφου, τα τείχη κατέβαιναν στην ανατολική πλαγιά κι από τις δύο πλευρές, μέχρι το πλάτωμα, όπου αναπτύχθηκε το συγκρότημα των ανακτόρων. Εκεί ενώνονταν με ένα τρίτο τείχος, σχηματίζοντας, έτσι, σχεδόν ένα τρίγωνο. Το τμήμα της πόλης, που περικλειόταν απ' αυτό το τείχος, λεγόταν 'Ανω Χώρα. Κάτω από την 'Ανω Χώρα υπήρχε ένα δεύτερο τμήμα του οικισμού, που έφθανε ως τους πρόποδες του λόφου κι ήταν περιτριγυρισμένο από ένα δεύτερο τείχος. Το όνομα της ζώνης αυτής ήταν Μεσοχώρα κι εδώ βρίσκονταν τα περισσότερα σπίτια της πόλης.
Η τριμερής διαίρεση της πόλης, σε κάστρο, 'Ανω και Κάτω Χώρα, φαίνεται ότι ήταν συνηθισμένη στα Υστεροβυζαντινά χρόνια, (στη Μακεδονία υπάρχει το παράδειγμα των Σερβίων, όπου συναντάμε μια ανάλογη οργάνωση του αστικού χώρου). Οι τρεις διακριτές ζώνες δεν δήλωναν όμως και κάποιους διαχωρισμούς των κατοίκων, ανάλογα με την κοινωνική τους θέση. Στον Μυστρά, σπίτια πλουσίων υπήρχαν τόσο στη συνοικία του παλατιού, όσο και στις γειτονιές της Μεσοχώρας. Ο τριπλός αμυντικός περίβολος μάλλον προστάτευε από τους εξωτερικούς εχθρούς παρά διαχώριζε τις κοινωνικές ομάδες μεταξύ τους. Αυτή την εποχή ο εχθρός δεν απειλεί κάποια μακρινά σύνορα, αλλά είναι ο γείτονας -στην περίπτωση του Μυστρά οι Φράγκοι βαρόνοι της Πελοποννήσου. Ο κατακερματισμός της πολιτικής εξουσίας στη χερσόνησο και η απουσία ενός ισχυρού συγκεντρωτικού κράτους επέβαλλαν την οργάνωση του οικισμένου χώρου με αμυντικά κριτήρια.
Ο Μυστράς πρωτεύουσα της Πελοποννήσου

Ο 13ος αιώνας κλείνει με σημαντικές διοικητικές αλλαγές για τη βυζαντινή Πελοπόννησο. Στα 1289, η "κεφαλή" της επαρχίας μεταφέρεται στον Μυστρά. Οι Βυζαντινοί έχουν πια σταθεροποιήσει τη θέση τους στην κοιλάδα του Ευρώτα κι η Μονεμβασιά, στο νοτιοανατολικό άκρο της ζώνης που ελέγχουν, έχει κακή γεωγραφική θέση ώστε να αποτελεί την πρωτεύουσά της. Ο Μυστράς ήταν πιο κατάλληλος. Ο Ταΰγετος τον προστάτευε από τα ανατολικά κι η πλούσια κοιλάδα του Ευρώτα, η πιο εύφορη περιοχή της βυζαντινής ζώνης, βρισκόταν υπό τον άμεσο έλεγχο του. Με τη μεταφορά του πολιτικού και εκκλησιαστικού κέντρου της επαρχίας στον Μυστρά ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο για την ιστορία της πόλης.
Βλ. επίσης: Tέχνη 13ου αιώνα.